08 Μάι 2009

Η ΖΩΗ ΜΑΣ

Ότι κι' αν γραφτεί θα είναι απλά μια παρατήρηση.
Γιατί εμείς είμαστε έξω από το χορό.
Όσο κι' αν θέλουμε να είμαστε δίπλα τους είναι οι ζωές των άλλων.
Των συναδέλφων μας.
Γιατί πως μπορείς να καταλάβεις το τι νοιώθει ο συνάδελφος που σου λέει ότι πριν 25 χρόνια άνοιξε το Υποκατάστημα και σήμερα είναι παρών στο κλείσιμό του;
Μπορεί κανείς;

Βουβά πρόσωπα.
Σκονισμένα ρούχα, σφιγμένα χείλη και ένα αναπάντητο ερώτημα;
Γιατί ρε γαμώτο μου;

Γιατί αποφάσισαν να μας κλείσουν;
Γιατί αποφάσισαν να μας ξεπουλήσουν;

Γιατί πρέπει τώρα να μαζέψουμε τα κομμάτια μας και να επιλέξουμε ή να φύγουμε από την πόλη μας ή να αλλάξουμε εργασιακό περιβάλλον;

Γιατί σβήστηκε με μια υπογραφή ενός ξένου, ενός που δεν έχει μπορέσει να αγαπήσει τούτη την Εταιρία η ιστορία 30 και βάλε χρόνων στην πόλη μας;

Σκόρπιες σκέψεις έρχονται και φεύγουν πάνω στους σωρούς από τα χαρτιά "προς καταστροφή"

Βλέπετε και τα άψυχα χαρτιά μπορεί να έχουν τη δική τους ιστορία.

Ιστορία ξεχασμένη κάτω εκεί στο αρχείο, αλλά ιστορία.
Η ιστορία της καθημερινότητας των ανθρώπων των Υποκαταστημάτων.

Αυτό που οι άλλοι εκεί κάτω στην Αθήνα βλέπουν σαν υποχρέωση εδώ στην πρώτη γραμμή είναι καθήκον.
 
Δεν είναι απλά η Εθνική Ασφαλιστική.
Είναι το μαγαζί μας.
 
Εκεί που εμείς ανοίγουμε με το κλειδί κάθε πρωί, εκεί που αργά το βράδυ κοιτάζαμε μην έχει ξεχαστεί κάτι αναμμένο.

Είναι εκεί που όταν πάμε στην πλατεία για έναν καφέ το βραδάκι ακούμε κάποιους από τα διπλανά τραπέζια να λένε:
Ο καφές κερασμένος από μένα.
Από κείνον που πριν λίγες μέρες είχε εξυπηρετηθεί σωστά, που στο πρόσωπο του εργαζόμενου έβλεπε την ίδια την Εταιρία.

Και τώρα να του λες ότι λυπάσαι που δεν μπορείς να τον εξυπηρετήσεις αλλά θα πρέπει να πάει στο γραφείο ζωής ή στο διπλανό πρακτορείο γιατί έτσι αποφάσισαν κάποιοι άλλοι.

Δουλεύαμε εκεί που τα παιδιά μας ήταν περήφανα που ο γονιός τους δούλευε στην Εθνική που πάντα κάποιοι τα θυμόντουσαν τα Χριστούγεννα, εκεί που πριν ξεκινήσει το σχολείο είχαν τα ψώνια που μας τα δίνει η "δουλειά", εκεί που σε κάθε πόλη ήμασταν μια οικογένεια, μια γροθιά.
Ο ένας να τρέχει στην ανάγκη του άλλου. Να χαίρεται με τη χαρά του, να λυπάται με τη λύπη του.

Αυτή ήταν η ζωή μας.
Απλή ζωή, καθημερινή.
Ήταν η ζωή μας.

Αυτή που ο Παλαιολόγος ο Λευθεριώτης ο Παγώνης και οι γύρω τους παρατρεχάμενοι αποφάσισαν να σβήσουν.
 
Βλέπετε γι' αυτούς είναι οι ζωές των άλλων.

Βλέπετε ο παππούς Τηλέμαχος που ένα μέρος της ζωής του το πέρασε σ' αυτή την Εταιρία, από κει πάνω βλέπει, αλλά δεν έχει φωνή για να την ενώσει μαζί μας.

Γιατί κατάντησες έτσι ρε Σπύρο;
Δεν αγοράζονται όλα.
Γιατί εσύ αποφάσισες να τα πουλήσεις όλα;
Και καλά τα άψυχα.
Και τους ανθρώπους ρε Σπύρο;
Κρίμα......