24 Μαρ 2021

Πορεία προς το ξεπούλημα

 Korai tsolias

Κοραή 4. Χώρος ιστορικής μνήμης, που ανήκει στην Εταιρία μας. Ακιδογράφημα κρατούμενου αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης.

 

Ξημερώνοντας την παραμονή της 25 Μάρτη, ακούσαμε ότι θα λάβουμε πάλι τη διαταγή να πουληθούμε, σε χέρια που δεν έχουν ηθική και φιλότιμο. 

Έπρεπε λέει να πληρώσουμε το τίμημα για την διάσωση της τράπεζας που ως τότε λέγονταν της “Ελλάδας” από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη. Λόγω που εκείνοι θέλανε να τα ξεπουλήσουνε όλα, να μην μείνει τίποτα ελληνικό. Ακόμα και τα ασημικά που είχαν αφήσει κληρονομιά πολύτιμη οι πρόγονοι μας. 

Δώδεκα χρόνους μοχθούσανε να ξεπουλήσουν. Εκατομμύρια ξόδεψαν σε σκοτεινούς συμβουλάτορες γι’ αυτό. Και πάνω που καταφέρναμε να ορθοποδήσουμε και να σταθούμε στα πόδια μας, ερχόντουσαν να πούνε το μόνο πράγμα που ξέρανε: ξεπούλημα με βοήθεια συμβούλων. 

Μέρα πάνω στη μέρα δουλεύαμε χωρίς όραμα, χωρίς προοπτική, ίδια τυφλοί. Κι απάνω που συνήθιζε η κούτρα μας τη γλυκιά ρουτίνα της καθημερινής δουλειάς μας, ερχόντουσαν πάλι εκείνοι να ζητήσουν κι’ άλλα στοιχεία, κι’ άλλα ραπόρτα που τα βγάζαμε σοβαροί κι αμίλητοι, ξέροντας ότι κάθε φορά, οι άλλοι είχανε μηχανευτεί ακόμα ένα τρόπο να μας μειώσουνε, να μας αποδυναμώσουν για να κάνουν πιο εύκολη τη δουλειά τους. Τη μόνη δουλειά που κατέχανε καλά, Το ξεπούλημα. 

Φορές φορές ακούγονταν στα σκοτεινά απ’ τα μεγάφωνα η ανακοίνωση για επανέναρξη διαπραγματεύσεων, σημάδι ότι ξανά μανά κινούσαμε για τον γκρεμό, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε μέρες, πριχού τελειώσουν οι προθεσμίες και μας κλείσουν. Επειδή οι Ευρωπαίοι κι οι τραπεζίτες δεν κατέχανε από ιστορία και αφοσίωση και όπως τόχανε συνήθειο μόνο τα νούμερα, τις δεσμεύσεις και τις καρέκλες τους βλέπανε. 

Τότε καθισμένοι πίσω απ’ τα γραφεία μας, γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ, εκεί που δεν υπάρχουν όνειρα. Και οι παρατρεχάμενοι σύμβουλοι των αρχόντων μας θύμωναν που δεν δίναμε τάχα σημασία στις δικές τους ανάγκες,, ίσως και που πια δεν τους δίναμε σημασία, μιας και ξέραμε το στόχο τους. 

Δώδεκα χρόνους τώρα, σέρναμε αυτό το βάρος, κοιτάζοντας ο ένας το πρόσωπο του διπλανού μας. Και πάνω που ξεχώριζε το μάτι μας γνώριμους τρόπους για να δουλέψουμε, και συνηθίζαμε να ξαναδίνουμε στη δουλειά μας, όλες μας τις δυνάμεις, μονάχοι μας, σφίγγοντας τα χείλια μας και πασχίζοντας να κάνουμε καλά το μόνο πράγμα που ξέραμε.. Να εξυπηρετούμε τους ανθρώπους που μας εμπιστεύτηκαν, χωρίς οι μεγαλοσχήμονες να δίνουν καμιά άλλη σημασία πάρεξ της δικής τους βολής και της παραμονής τους στην εξουσία την μέρα που θάρθει. 

Κι ύστερα, πιο συχνά, μας ξαναζητάγανε ραπόρτα και αναφορές, στοιχεία και δεδομένα, για να τα δώσουνε στους απέναντι. Όμως εμείς συνεχίζαμε να θέλουμε να κρατήσουμε την Εταιρία στο ύψος της, στη θέση που μας έβαλαν οι πελάτες και οι συνεργάτες μας, να φυλάξουμε την ιστορία της, να σεβαστούμε αυτά που μας άφησαν οι πρόγονοί μας.  

Και το βλέπαμε ότι δεν πάει άλλο, ότι θέλανε να μας διαλύσουνε, να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είναι καλό να χάσουμε, ότι είναι καλό να ξεπουληθούμε στο όραμα της ελεύθερης αγοράς. Να λατρέψουμε τη δική τους θεότητα, το εφήμερο κέρδος, που πετάει με περίσσια ευκολία τους ανθρώπους στα νύχια επιτηδείων με φανταχτερά ρούχα και γλυκεία λαλιά που κρύβει το δηλητήριο.. 

Κι’ ύστερα, χρόνους πολλούς μετά το πρώτο σφυροκόπημα, συνεχίζουμε να κρατάμε τις θέσεις μας, συνεχίζουμε να δουλεύουμε, να αντιστεκόμαστε, να μαχόμαστε, να συνεχίζουμε να ελπίζουμε. Δεν παραιτούμαστε. Γέρνοντας με σεβασμό το κεφάλι μας στα 130 χρόνια ιστορίας, μνήμης, αξιοπρέπειας, αγώνα, παράδοσης, στήριξης των ασφαλισμένων τούτης της Εταιρίας και να κοιτάμε εμπρός. 

Γιατί οι άνθρωποι της Εθνικής, της Εθνικής μας, παλιοί και νέοι δεν πρόκειται να ξεπουληθούν… 

 

Ήρθαν 

ντυμένοι φίλοι  

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου 

το παμπάλαιο χώμα πατώντας 

και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους. 

Έφεραν το Σοφό, τον Οικιστή, και το Γεωμέτρη, 

βίβλους γραμμάτων και αριθμών, 

την πάσα υποταγή και δύναμη, 

το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας. 

Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους. 

Ούτε μέλισσα καν δεν γελάστηκε 

το χρυσό ν’ αρχίσει παιχνίδι 

ούτε ζέφυρος καν, τις λεύκες να φουσκώσει ποδιές. 

Έστησαν και θεμελίωσαν 

στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα 

πύργους κραταιούς και επαύλεις 

ξύλα και άλλα πλεούμενα, 

τους νόμους τους θεσπίζοντας 

τα καλά και συμφέροντα, 

στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας. 

Και το μέτρο δεν… 

έδεσε ποτέ με την σκέψη τους. 

Ούτε καν ένα χνάρι θεού 

στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε 

ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς 

τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει. 

Έφτασαν ντυμένοι «φίλοι» 

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου 

τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας. 

Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε 

παρά μόνο σίδερο και φωτιά. 

Στ’ ανοιχτά που καρτέραγαν δάχτυλα 

μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά. 

Μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά 

 

Οδυσσέας Ελύτης, Αξιον Εστί, ψαλμός Ζ 

 

Συναδελφικά, 

Η Σ.Ε.