23 Δεκ 2003

Διαδοχική Ασφάλιση

Συνάδελφοι,

Ήδη από τις 13 Νοεμβρίου το Δ.Σ. του Συλλόγου σε ανακοίνωσή του είχε δημοσιοποιήσει το σχέδιο νόμου για την διαδοχική ασφάλιση και μάλιστα είχε επισημάνει ότι "Η κυβέρνηση αντί να αντιμετωπίσει αυτό το θέμα με την σοβαρότητα που απαιτούσε, επί τρεις μήνες διέρρεε καθημερινά σενάρια στον τύπο προκειμένου να "μετρήσει αντιδράσεις", με αποτέλεσμα να δημιουργήσει προσδοκίες που από ότι φαίνεται δεν υλοποιούνται."
Είχαμε τότε αντιδράσει άμεσα στέλνοντας την πιο κάτω επιστολή στο Υπουργείο

-----------------------------------------------------------------------------------------------
Αθήνα, 13 Νοεμβρίου 2003
 
Προς
Υφυπουργό Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
Κ. Ροβέρτο Σπυρόπουλο
 
Κύριε Υπουργέ,
 
Από τα Μ.Μ.Ε. πληροφορούμαστε ότι στο υπό κατάθεση νομοσχέδιο για ασφαλιστικά θέματα περιλήφθηκε τελικά, και η διάταξη για τη Διαδοχική Ασφάλιση.
 
Σε αυτή, κατά τις αυτές πηγές πληροφόρησης, δεν αντιμετωπίζεται το θέμα της ασφαλιστικής αποκατάστασης των προσώπων που άλλαξαν φορέα ασφάλισης, λόγω συγχώνευσης, απορρόφησης ή εξαγοράς των ανωνύμων εταιριών στις οποίες εργάζονταν.  Περί αυτού, είχαν εκθέσει τις απόψεις τους κατά το παρελθόν, η Ομοσπονδία Ασφαλιστικών Συλλόγων Ελλάδος με το 5659/31.03.2003, καθώς και ο Σύλλογός μας με την από 14.05.2003 επιστολή μας.
 
Ως γνωστό, οι συγχωνεύσεις, απορροφήσεις και εξαγορές των εταιριών ενεργούνται ερήμην των εργαζομένων και για το σαφέστερο, παρά τη θέλησή τους.  Ορθόν θεωρούμε, όπως, στη νέα διάταξη συμπεριλάβετε και την ακόλουθη διάταξη, για την ασφαλιστική αποκατάσταση των ασφαλισμένων αυτών.
 
"Σχέδιο Διάταξης
Άρθρο 1.        Υπάλληλοι Ανώνυμων Εταιριών, μεταβάλλοντες φορέα κύριας ασφάλισης λόγω συγχώνευσης, απορρόφησης ή εξαγοράς της εταιρίας στην οποία απασχολούντο, ο χρόνος ασφάλισής τους στους προηγούμενους αντίστοιχους ασφαλιστικούς οργανισμούς με την ιδιότητα του υπαλλήλου της συγχωνευθείσας ανώνυμης εταιρίας, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής ασφάλισης στο φορέα από τον οποίο εξέρχονται σε σύνταξη, τόσο για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, όσο και για τον υπολογισμό της σύνταξης που χορηγεί το ταμείο στο οποίο ασφαλίζονται κατά την έξοδο σε σύνταξη."
 
Με εκτίμηση,
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
 
 
Ο Αντιπρόεδρος
Ο Γεν. Γραμματέας
 
 
Άγγελος Νικολάου
Γιάννης Πετσαλάκης

Υ.Γ.   Παράλληλα, ζητούμε συνάντηση μαζί σας, προκειμένου να εκθέσουμε και προφορικά τις απόψεις μας.
-----------------------------------------------------------------------------------------------
Δυστυχώς απο πλευράς Υπουργείου δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση και οι εκτιμήσεις που είχαμε επισημάνει πιο πάνω επαληθεύτηκαν με την χθεσινή δημοσιοποίηση του σχεδίου Νόμου απο τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κο Ρέππα και τον Υφυπουργό κο Σπυρόπουλο.
Σας παραθέτουμε τα σημεία του Σχεδίου Νόμου και της Εισηγητικής Έκθεσης που αφορούν την Διαδοχική Ασφάλιση:
 
ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Στο σχέδιο νόμου "Ρύθμιση κανόνων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις"
  
Ο ν.3029/2002 για τη "Μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης" και το νομοθετικό πλαίσιο, όπως αυτό μορφοποιήθηκε κατά τη χρονική περίοδο 1992 - 2002, συγκροτούν τους βασικούς νομοθετικούς κανόνες για το Εθνικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης.
Το παρόν σχέδιο νόμου, έρχεται με τις βασικές του διατάξεις να ενισχύσει και να συμπληρώσει το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, προωθώντας ρυθμίσεις, οι οποίες ως ένα σημαντικό βαθμό είχαν οριοθετηθεί μέσα από τον κοινωνικό διάλογο που είχε  προηγηθεί της ψήφισης των βασικών νόμων 2458/1998, 2676/1999 και του νόμου 3029/2002.
Ο νέος τρόπος υπολογισμού και απόδοσης της σύνταξης στους δικαιούχους διαδοχικής ασφάλισης, το σύνολο των ρυθμίσεων που αφορούν την πρόσθετη ασφάλιση με τους νέους κανόνες που θεσπίζονται για τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης στους δικαιούχους επικουρικής σύνταξης ,οι νέες ρυθμίσεις  για το εφ' άπαξ των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων ν.π.δ.δ., καλύπτουν ουσιαστικά κενά, που είχαν αρχίσει να εντοπίζονται από την ισχύ προηγούμενων νόμων και κυρίως του ν.2084/1992.
Οι ρυθμίσεις που αφορούν τον ΟΓΑ και κυρίως αυτές που οριοθετούν το νέο διευρυμένο πλαίσιο ασφαλιστικής κάλυψης των απασχολούμενων στο γεωργικό τομέα, έρχονται να ενισχύσουν και να διευρύνουν τα ασφαλιστικά δικαιώματα σε όλους τους απασχολούμενους με τη φυτική και ζωική παραγωγή και παράλληλα να προσαρμόσουν τις αλλαγές που επιφέρει η νέα οργάνωση της αγροτικής εκμετάλλευσης στους απασχολούμενους στο γεωργικό τομέα της οικονομίας.
Το νέο διευρυμένο πλαίσιο προστασίας των ατόμων με αναπηρίες, όπως αυτό καθορίζεται με νέες διατάξεις, επιβεβαιώνει με αδιάψευστο τρόπο τη φερεγγυότητα του πολύμηνου διαλόγου, που η Κυβέρνηση ανέπτυξε με τους συνδικαλιστικούς φορείς των ατόμων με αναπηρίες.
Οι προτεινόμενες διατάξεις αποτελούν τομή, που οριοθετεί τη συλλογική ευθύνη της κοινωνίας των πολιτών απέναντι σε ένα τμήμα της που θέλουμε να ζει ισότιμα και ισοδύναμα μαζί μας, αίροντας διαχωρισμούς και διακρίσεις που προκαλούνται από τις φυσικές ιδιαιτερότητές τους.
Το σύνολο των διατάξεων που αναφέρονται στον ΟΑΕΕ, στοχεύουν να ενσωματώσουν στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών, διατάξεις που έχουν ήδη θεσπιστεί για τους μισθωτούς στο ν.3029/2002, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουν εκκρεμότητες, που είχαν εντοπιστεί μέσα από τη διαδικασία του κοινωνικού διαλόγου με τους φορείς των ελεύθερων επαγγελματιών και τις επιχειρήσεις.
Οι διατάξεις που αφορούν τους νέους όρους και τις προϋποθέσεις επιλογής των Προέδρων των Διοικητικών Συμβουλίων των ασφαλιστικών οργανισμών, στοχεύουν στη διεύρυνση της συμμετοχικής ευθύνης των κοινωνικών εταίρων για το σύνολο των ασφαλιστικών ταμείων, ενώ το νέο καθεστώς οργάνωσης του τομέα υγείας και οι ρυθμίσεις για το ιατρικό και οδοντιατρικό προσωπικό του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ αποτελούν τομή που αναβαθμίζει συνολικά τις δομές υγείας του μεγαλύτερου ασφαλιστικού οργανισμού της χώρας, ενώ παράλληλα οριοθετεί το τέλος της λειτουργίας ενός θεσμικού πλαισίου ένταξης των ιατρών στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, που την τελευταία δεκαετία κρίνεται ως ανεπαρκές και αναποτελεσματικό.
Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, στο σύνολό τους, στοχεύουν στην ενίσχυση των αρχών, των αξιών και των κανόνων που χαρακτηρίζουν το Εθνικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης και αποτελούν προϊόν ενός διαλόγου, που ξεκίνησε αμέσως μετά την ψήφιση του βασικού νόμου 3029/2002, ενός διαλόγου στον οποίο συμμετείχαν ενεργά και υπεύθυνα εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων, εργοδοτικοί φορείς, επαγγελματικές και επιστημονικές οργανώσεις και ομάδες ασφαλισμένων.
Η συμπλήρωση των κανόνων ασφάλισης με τις διατάξεις που θεσπίζονται, ενισχύει ακόμα περισσότερο το αίσθημα ασφάλειας και δικαιοσύνης που οικοδομήθηκε στο σύνολο των εργαζομένων με την ψήφιση του ν.3029/2002.
Η διατήρηση και κυρίως η ενίσχυση της εμπιστοσύνης του συνόλου της κοινωνίας προς ένα Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, που παραμένει στις βασικές του αρχές δημόσιο, καθολικό και αναδιανεμητικό είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα των Ευρωπαϊκών Κοινωνιών και Οικονομιών απέναντι στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, προκλήσεις που μόνον έτσι μπορούν να μετασχηματισθούν ως θετικές και δημιουργικές για μια οικονομία που ούτως ή άλλως συμμετέχει σ' αυτή τη διαδικασία ολοκλήρωσης.
  
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Άρθρο 1
Διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης.
Με το νομοθετικό διάταγμα 4202/1961 ρυθμίστηκε κατά τρόπο πλήρη η συνέχεια της ασφαλιστικής σχέσης κατά την μεταβολή του ασφαλιστικού φορέα και τέθηκαν βασικοί κανόνες προσδιορισμού του αρμόδιου για την απονομή της σύνταξης οργανισμού, τον τρόπο καθορισμού του ποσού της σύνταξης και τον διακανονισμό των απαιτήσεων και υποχρεώσεων των ασφαλιστικών οργανισμών.
Οι προσπάθειες ορθολογισμού και λειτουργικότητας του θεσμού της διαδοχικής ασφάλισης συνεχίστηκαν με τροποποιήσεις του ανωτέρω ν.δ/τος με τους νόμους 1405/1983, 1539/1985, 1902/1990 και 2084/1992, οι οποίοι θέσπισαν σημαντικές καινοτομίες και αντιμετώπισαν ουσιαστικά προβλήματα του θεσμού.
Παρά το συντονιστικό χαρακτήρα του θεσμού, η πολλαπλότητα των φορέων που συγκροτούν την ελληνική κοινωνικοασφαλιστική πραγματικότητα, η πολυπλοκότητα της νομοθεσίας που διέπει την Κοινωνική Ασφάλιση, οι διαφορετικές προϋποθέσεις θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος από τον καθένα οργανισμό, η καθιέρωση δύο τρόπων υπολογισμού του ποσού σύνταξης ανάλογα με την κατηγορία των φορέων και την χρονική υπαγωγή σ' αυτούς, η άνιση κατανομή των οικονομικών βαρών της σύνταξης μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων, έγιναν αιτία εμφάνισης  νέων προβλημάτων όπως:
Διοικητικές δυσλειτουργίες και γραφειοκρατικές διαδικασίες μεταξύ των αρμοδίων οργανισμών με αποτέλεσμα την καθυστέρηση έκδοσης των συνταξιοδοτικών αποφάσεων, ανισότητες και αδικίες ως προς το ύψος των παροχών, οικονομικά προβλήματα που προέκυψαν μεταξύ των φορέων ως προς τις επιβαρύνσεις τους με τον ισχύοντα τρόπο διακανονισμού.
Με δεδομένα τα  ανωτέρω προβλήματα της διαδοχικής ασφάλισης ετέθησαν τρεις στόχοι για την αλλαγή του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου:  α) απλούστευση της διοικητικής διαδικασίας, β) άρση των αδικιών και των ανισοτήτων  και γ)  βελτίωση των καταβαλλομένων ποσών συντάξεων.
Μετά από ενδελεχή έρευνα από επιτροπή  που συνεστήθη στη ΓΓΚΑ  για να μελετήσει το θέμα αυτό (Υπουργική απόφαση Α.Π. Φ. οικ.11154/514/12-5-2003) και ενασχόληση των υπηρεσιακών παραγόντων  του Υπουργείου και ασφαλιστικών Οργανισμών, προκειμένου να επιτευχθούν οι τιθέμενοι στόχοι,  να απλουστευθούν οι διαδικασίες και να συντομευθεί ο χρόνος απονομής της σύνταξης προτείνεται  ένα συντονιστικό, μεικτό σύστημα των ισχυόντων κανόνων των ασφαλιστικών φορέων.
Με το ακόλουθο σύστημα απαλλάσσεται ο πολίτης  από την χρονοβόρο διαδικασία του υπολογισμού των τμημάτων σύνταξης από τους συμμετέχοντες οργανισμούς και των τριών τρόπων υπολογισμού των τμημάτων της σύνταξης  και ορίζεται ο απονέμων φορέας υπεύθυνος να υπολογίζει τόσο το τμήμα  της σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισής του , όσο και το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης του συμμετέχοντα οργανισμού και να απονέμει το συνολικό ποσό  της σύνταξης στον ασφαλισμένο.
Για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης λαμβάνεται υπόψη η νομοθεσία του κάθε οργανισμού  και τα  ποσοστά  αναπλήρωσης  τα οποία είναι  διαφορετικά σε κάθε οργανισμό. Εξισορρόπηση των ποσοστών αναπλήρωσης επέρχεται με σταδιακή εναρμόνιση από το 2008 και αυτό στα ταμεία μισθωτών  και όχι στα αυτοτελώς απασχολουμένων στα οποία λόγω της φύσεως της εργασίας της δομής του ασφαλιστικού συστήματος, το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών και κυρίως την διμερή και όχι τριμερή χρηματοδότηση  προβλέπονται μεγαλύτερα ποσοστά αναπλήρωσης προκειμένου να αποδίδονται ικανοποιητικά ποσοστά συντάξεων.
Οι αποκλίσεις αυτές αμβλύνονται στους νέους ασφαλισμένους και το σύστημα επί διαδοχικής ασφάλισης εξισορροπείται με το δεδομένο του ενιαίου ποσοστού αναπλήρωσης 2% για όλους τους εργαζόμενους .
Το νέο σύστημα διαδοχικής ασφάλισης επιχειρεί να συγκεράσει την διαδικαστική απλούστευση και την εξασφάλιση ικανοποιητικών τμημάτων σύνταξης που να ανταποκρίνεται στη νομοθεσία του κάθε οργανισμού. Συγχρόνως προβλέπεται Δελτίο Διαδοχικής Ασφάλισης για έγκαιρη  βεβαίωση και γνωστοποίηση του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης σε όλους τους Οργανισμούς  και μηχανοργάνωση  του συστήματος απονομής συντάξεων με διαδοχική ασφάλιση, όπου απαιτείται.Ειδικότερα:
1.Με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού επιδιώκεται, από 1-1-2004, η θέσπιση ενός ενιαίου τρόπου υπολογισμού του ποσού της σύνταξης για όλους τους διαδοχικά ασφαλισμένους που έχουν υπαχθεί σε φορείς κύριας ασφάλισης και που θα διενεργείται από τον απονέμοντα φορέα χωρίς την εμπλοκή των συμμετεχόντων ώστε να μειωθεί η γραφειοκρατία και να περιορισθούν οι καθυστερήσεις στην έκδοση συνταξιοδοτικών αποφάσεων.
 Με τον τρόπο αυτό ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία του με διασφάλιση καταβολής του τμήματος κατωτάτου  ορίου και του ποσού που δικαιούται ο ασφαλισμένος όταν θεμελιώνει αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα  και ταυτόχρονα ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει και το ποσό της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης των συμμετεχόντων οργανισμών. Ο υπολογισμός του τμηματικού ποσού της σύνταξης των συμμετεχόντων οργανισμών θα καθορίζεται με συντελεστές, οι οποίοι είναι σε 2% για ΙΚΑ, ΝΑΤ, ΟΓΑ, και ΤΣΑ σε 2,85% για ΤΑΕ, σε 3% για ΤΕΒΕ και σε 2,286% για Δημόσιο και τους λοιπούς φορείς ασφάλισης μισθωτών και αυτοτελώς απασχολουμένων για κάθε έτος ασφάλισης επί των επικαιροποιημένων συνταξίμων αποδοχών. Με την καθιέρωση των συντελεστών και την επικαιροποίηση των συνταξίμων αποδοχών επιδιώκεται η εξασφάλιση ικανοποιητικών τμημάτων σύνταξης, που ανταποκρίνονται στο χρόνο ασφάλισης, στις εισφορές και στο ποσοστό αναπλήρωσης που προβλέπει η νομοθεσία κάθε οργανισμού.
΄Ετσι με τον υπολογισμό της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ο οποίος διανύθηκε διαδοχικά στα διάφορα ταμεία βάσει συντελεστών ξεχωριστών για κάθε φορέα είτε αυτός είναι φορέας μισθωτών ή Αυτοτελώς Απασχολούμενων και με συντάξιμες αποδοχές για τους μισθωτούς αυτές που λαμβάνει ο ασφαλισμένος κατά τον χρόνο διακοπής της ασφάλισής του σ΄ αυτούς επικαιροποιημένες βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, επιδιώκεται  να βελτιωθούν τα ποσά της σύνταξης που θα καταβάλλονται στον ασφαλισμένο σε σύγκριση με το ισχύον καθεστώς.
2. Με την παράγραφο 3, όταν οι συμμετέχοντες οργανισμοί είναι αυτοτελώς απασχολουμένων δίδεται στον ασφαλισμένο η δυνατότητα επανυπολογισμού του ποσού της σύνταξης με τις διατάξεις του καταργούμενου άρθρου 11 του ν. 1405/83 και καταβολή του συμφερότερου γι΄ αυτόν ποσού σύνταξης.
3. Με την παράγραφο 4 εξακολουθεί να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 69 του ν. 2084/92, με εναλλακτική δυνατότητα ταυτόχρονης καταβολής του ποσού του συμμετέχοντα μειωμένου κατά 3% για κάθε χρόνο που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται από το προαναφερόμενο άρθρο.
4. Με την παράγραφο 5 ορίζονται οι αποδοχές επί των οποίων θα υπολογίζεται το τμήμα σύνταξης του απονέμοντα οργανισμού όταν αυτός είναι προηγούμενος του τελευταίου φορέα.
5. Με τις παραγραάφους 6 και 7 ορίζεται ποιος χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη για τη συνταξιοδότηση και ο τρόπος εξόφλησης των οφειλομένων εισφορών.
6. Με την παράγραφο 8 καταργείται ο ισχύον τρόπος υπολογισμού της σύνταξης των διαδοχικά ασφαλισμένων στον ΟΓΑ, που οριζόταν από τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2458/97, όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 8 του ν 3050/2002 και εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου και στον ΟΓΑ με υποχρέωση των απονεμόντων οργανισμών να προσθέτουν συνολικό ποσό σύνταξης και τη βασική σύνταξη που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις του ΟΓΑ.
Επιπλέον, ρυθμίζεται το καθεστώς με το οποίο θα κρίνονται οι εκκρεμείς περιπτώσεις.
7. Με την παράγραφο 9 ορίζεται ότι όταν συμμετέχων οργανισμός είναι το ΤΕΒΕ το ποσό της σύνταξης του να προσαυξάνεται και με το τμήμα του βασικού ποσού που προβλέπεται από τη νομοθεσία του.
8. Με την παράγραφο 10 καθιερώνεται  η δημιουργία για κάθε διαδοχικά ασφαλιζόμενο πρόσωπο Δελτίου Διαδοχικής Ασφάλισης σε Οργανισμούς Κύριας και Επικουρικής ασφάλισης με σκοπό την  έγκαιρη βεβαίωση και γνωστοποίηση του χρόνου ασφάλισης των διαδοχικά ασφαλισμένων, προκειμένου να συντομευθεί η διαδικασία της απονομής της σύνταξης των.
9. Με την παράγραφο 11 ορίζεται για το σύνολο των ασφαλιστικών οργανισμών η εκπόνηση ειδικής μηχανογραφικής εφαρμογής.
10. Με την παράγραφο 12 ορίζεται ότι καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 11 όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από το άρθρο 15 του ν. 1902/90 και ότι εξακολουθεί να ισχύει ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 1405/1983.
11. Με την παράγραφο 13 ρυθμίζεται το καθεστώς με το οποίο θα κρίνονται οι εκκρεμείς περιπτώσεις.
12. Με την παράγραφο 14 ορίζεται ότι εξακολουθούν να εφαρμόζονται για τους οργανισμούς επικουρικής ασφάλισης οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.δ. 4202/61 και του άρθρου 11 του ν. 1405/83, όπως αυτές ισχύουν, με θέσπιση επί ποίων αποδοχών θα υπολογίζεται η σύνταξη.
13. Με την παράγραφο 15 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 1902/90 περί καθορισμού του αρμόδιου φορέα για την κρίση της αρμοδιότητας και στο ΝΑΤ.

Άρθρο 2
Συμμετοχή των οργανισμών στη δαπάνη της συνταξιοδότησης

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού  τίθεται σε νέα βάση το θέμα των απαιτήσεων και υποχρεώσεων των Ασφαλιστικών Οργανισμών που μετέχουν στη δαπάνη συνταξιοδότησης των διαδοχικά ασφαλισμένων.
Ο ισχύον τρόπος διακανονισμού των  βαρών της σύνταξης μεταξύ των εμπλεκομένων οργανισμών, δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματική οικονομική επιβάρυνση του απονέμοντα οργανισμού και δημιούργησε σοβαρά οικονομικά προβλήματα μεταξύ των  συμμετεχόντων φορέων.
΄Έτσι με τη θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 2 επιδιώκεται δικαιότερη κατανομή των οικονομικών βαρών της σύνταξης μεταξύ των συμμετεχόντων οργανισμών.
1. Ειδικότερα με  την θέσπιση του άρθρου αυτού καθορίζεται ο τρόπος της κατανομής του ποσού της σύνταξης μεταξύ των ενδιαφερόμενων οργανισμών με πλεονέκτημα να κατανέμονται κατά τον δικαιότερο δυνατό τρόπο τα εκ της συντάξεως βάρη.
2. Με τις παρ.  2 και 3 ορίζεται η απόδοση των οφειλομένων ποσών στον απονέμοντα οργανισμό και ο χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να αποδίδονται.
3. Με την παρ. 4 ορίζεται ποιου οργανισμού και πότε θεωρείται οριστικά συνταξιούχος ο ασφαλισμένος.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
"Ρύθμιση κανόνων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις".
 
 

1. Από 1-1-2004 οι ασφαλιστικοί φορείς κύριας ασφάλισης που κρίνονται απονέμοντες οργανισμοί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του νδ. 4202/1961 όπως αυτές ισχύουν, υπολογίζουν και το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στους συμμετέχοντες. Ο υπολογισμός των τμηματικών ποσών του απονέμοντος και των συμμετεχόντων γίνεται ως εξής:
Ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει με τα αρμόδια όργανα του το ποσό της σύνταξης που κατά την νομοθεσία που τον διέπει αντιστοιχεί στο σύνολο του χρόνου που πραγματοποιήθηκε διαδοχικά και προσδιορίζει το τμήμα που αναλογεί στο χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή του.
Ο ίδιος οργανισμός υπολογίζει και το ποσό της σύνταξης του συμμετέχοντα που σύμφωνα με τη νομοθεσία του αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής του σε ποσοστό επί τοις εκατό των συνταξίμων αποδοχών όπως αυτές ορίζονται από τις διατάξεις της επομένης παραγράφου, για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι 35 έτη ασφάλισης.
Τα ποσοστά καθορίζονται σε 2% για ΙΚΑ, ΝΑΤ, ΟΓΑ και ΟΑΕΕ (ΤΣΑ), σε 2,85 % για το ΟΑΕΕΕ (ΤΑΕ), σε 3% για το ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ) και σε 2,286% για το Δημόσιο και τους λοιπούς φορείς ασφάλισης μισθωτών και αυτοτελώς απασχολουμένων
Τα προσδιοριζόμενα τμήματα σύνταξης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερα του τμήματος του κατωτάτου ορίου σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης ή του ποσού που προκύπτει από τον υπολογισμό με βάση το χρόνο και μόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή τους, εφόσον με το χρόνο αυτό θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τις διατάξεις των οργανισμών αυτών χωρίς αναγωγή στα κατώτατα όρια σύνταξης.
Το άθροισμα των τμημάτων της σύνταξης αποτελεί το συνολικό ποσό σύνταξης που καταβάλλεται στο δικαιούχο από τον απονέμοντα τη σύνταξη Οργανισμό και θα αυξάνεται με το ίδιο ποσοστό που θα αυξάνονται οι συντάξεις του Οργανισμού αυτού. Αν το ποσό αυτό είναι μικρότερο του κατωτάτου ορίου σύνταξης του απονέμοντα οργανισμού, τότε καταβάλλεται στο συνταξιούχο το κατώτερο όριο σύνταξης αυτού.
2α) Όταν οι συνυπολογιζόμενοι χρόνοι διαδοχικής ασφάλισης έχουν διανυθεί σε φορείς ασφάλισης μισθωτών, οι συντάξιμες αποδοχές που προβλέπονται από τη νομοθεσία κάθε συμμετέχοντα οργανισμού όπως ισχύουν, αναπροσαρμόζονται από τον απονέμοντα Οργανισμό με βάση τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
β).Οι συμμετέχοντες οργανισμοί μισθωτών υποχρεούνται να διαβιβάζουν βεβαίωση για το χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή τους, τις συντάξιμες αποδοχές των χρονικών περιόδων που προβλέπονται από τις νομοθεσίες τους, το εκάστοτε ισχύον ανώτατο όριο αποδοχών καθώς επίσης και τα ποσά σύνταξης που σύμφωνα με την νομοθεσία τους αντιστοιχούν στο αυτοτελές δικαίωμα και στο κατώτατο όριο, όπου αυτό προβλέπεται.
Η βεβαίωση αυτή αποτελεί εκτελεστή πράξη της διοίκησης και υπόκειται σε όλα τα ένδικα μέσα.
γ) Όταν συμμετέχοντες οργανισμοί είναι οργανισμοί αυτοτελώς απασχολουμένων γνωστοποιούν στον απονέμοντα τις κατηγορίες στις οποίες ασφαλίστηκε ο ασφαλισμένος και τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους που κατέβαλε εισφορές όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και υπολογίζεται η μέση τιμή των εισφορών αυτών ανάλογα με το χρόνο που διανύθηκε σε κάθε κατηγορία. Το ποσό αυτό μετατρέπεται σε αποδοχές βάσει των εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου για τον Κλάδο Κύριας σύνταξης του ΙΚΑ που ισχύουν κατά το χρόνο διακοπής της ασφάλισής του στο φορέα αυτό. Όταν ο χρόνος ασφάλισης διακόπτεται μέχρι και την προηγουμένη της 1ης/3/1976, το ποσοστό ασφαλίστρου καθορίζεται ενιαία σε 12,75%. Σε περίπτωση που η σύνταξη υπολογίζεται επί μισθό Δημοσίου Λειτουργού ή βασικού ποσού, η αναπροσαρμογή γίνεται βάσει των ποσών που ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Επίσης γνωστοποιούν και τα ποσά σύνταξης που σύμφωνα με τη νομοθεσία τους αντιστοιχούν στο αυτοτελές δικαίωμα και στο κατώτατο όριο σύνταξης.
3.Όταν συμμετέχων φορέας είναι φορέας αυτοτελώς απασχολουμένων ο ασφαλισμένος δύναται με αίτησή του να ζητήσει τον υπολογισμό της σύνταξής του και με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1405/83 όπως ισχύουν. Μετά τον επανυπολογισμό της σύνταξης και εφόσον προκύπτει διαφορά υπέρ του ασφαλισμένου η διαφορά αυτή καταβάλλεται αναδρομικά από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
4. Το τμήμα του ποσού της σύνταξης που αναλογεί στον συμμετέχοντα και υπολογίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 1405/1983 όπως ισχύει, και τα οποία προστέθηκαν με το άρθρο 69 του ν. 2084/1992.
Το ανωτέρω τμηματικό ποσό δύναται κατ' επιλογή του ασφαλισμένου να καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτό του απονέμοντα μειωμένο κατά 3% για κάθε χρόνο που υπολείπεται μέχρι την συμπλήρωση των προβλεπομένων από το ανωτέρω εδάφιο ορίων ηλικίας.
5. Αν ο απονέμων φορέας μισθωτών είναι προηγούμενος του τελευταίου οργανισμού ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξής πραγματοποιείται βάσει των αποδοχών του ασφαλισμένου που λαμβάνονται υπ' όψη για την απονομή της σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του κάθε οργανισμού αναπροσαρμοσμένες με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
6. Χρόνος ασφάλισης ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τη συνταξιοδότηση είναι ο χρόνος που υπολογίζεται για την απονομή της σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του οργανισμού στον οποίο διανύθηκε και εφόσον έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές, που αντιστοιχούν στο χρόνο αυτόν μαζί με τα τυχόν πρόσθετα τέλη ή έχει ρυθμισθεί με διάταξη νόμου η καταβολή τους σε δόσεις μέχρι και την ημέρα πριν από την έκδοση της απόφασης συνταξιοδότησης του οργανισμού ο οποίος απονέμει τη σύνταξη.
7. Σε περίπτωση που έχει ρυθμιστεί η καταβολή οφειλομένων εισφορών και των προσθέτων τελών σε δόσεις, όπως ορίζεται από γενικές ή ειδικές διατάξεις του οικείου φορέα, ο οργανισμός που απονέμει τη σύνταξη παρακρατεί κάθε μήνα τμήμα αυτής, ίσο με το ποσό κάθε δόσης και το συνολικό ποσό των οφειλόμενων εισφορών και πρόσθετων τελών εκπίπτει από το ποσό συμμετοχής στη δαπάνη συνταξιοδότησης, όπως προσδιορίζεται το τμήμα της σύνταξης σύμφωνα με τα ανωτέρω.
8. Στο συνολικό ποσό της σύνταξης διαδοχικά  ασφαλισμένων του ΟΓΑ και ανεξάρτητα αν ο ΟΓΑ είναι απονέμων ή συμμετέχων οργανισμός προστίθεται το ποσό της συνταξιοδοτικής παροχής που προβλέπεται από το ν. 4169/1961 και το ν.δ. 4575/1966 (ΦΕΚ 227Α΄), όπως ισχύουν. Η παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3050/2002 και το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 13 του ν. 2458/97 καταργείται. Εκκρεμείς αιτήσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας κρίνονται με τις διατάξεις που ισχύουν κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης με δυνατότητα του ασφαλισμένου να ζητήσει με νεότερη αίτηση την κρίση του δικαιώματός του με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
9. Όταν συμμετέχων φορέας είναι ο ΟΑΕΕ(ΤΕΒΕ) το ποσό της σύνταξης προσαυξάνεται και με το τμήμα του βασικού ποσού που προβλέπεται από την νομοθεσία του.
10α). Για κάθε διαδοχικά ασφαλιζόμενο πρόσωπο τηρείται Δελτίο Διαδοχικής Ασφάλισης σε κύριους και επικουρικούς Φορείς.
Σε περίπτωση διακοπής της ασφάλισης λόγω αλλαγής ασφαλιστικού φορέα, ο ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση για σύνταξη Δελτίου  Ασφάλισης στον πρώτο οργανισμό, στον οποίο και γνωστοποιεί τον νέο φορέα ασφάλισης του.
Το καθ' ύλην αρμόδιο όργανο του ασφαλιστικού οργανισμού υποχρεούται μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της αίτησης να συντάξει το παραπάνω Δελτίο, το οποίο επέχει θέση απόφασης υποκείμενης σε όλα τα κατά το νόμο προβλεπόμενα ένδικα μέσα.
Το Δελτίο με ευθύνη του ασφαλιστικού οργανισμού αποστέλλεται στον νέο οργανισμό ασφάλισης και στον ενδιαφερόμενο, ο οποίος υποχρεούται να τηρεί αυτό μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
Η διαδικασία αυτή ακολουθείται σε κάθε περίπτωση αλλαγής ασφαλιστικού φορέα ή βεβαίωσης επιπλέον χρόνου ασφάλισης από προηγούμενο φορέα.
Σε κάθε νέο φορέα αποστέλλεται το σύνολο των Δελτίων των προηγούμενων φορέων.
Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να επιμελείται και ο ίδιος για την αποστολή του Δελτίου του από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και να τηρεί επικυρωμένο αντίγραφο.
Με Υπουργική Απόφαση, μετά από γνώμη των Δ.Σ. των Ι.Κ.Α., Ο.Α.Ε.Ε., Ο.Γ.Α. και Ν.Α.Τ., καθορίζεται ο τρόπος τήρησης του Δελτίου σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή, ή και τα δύο, ο τύπος, τα ατομικά και ασφαλιστικά στοιχεία και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια που κρίνεται αναγκαία για την υλοποίηση των ανωτέρω.
β. Οι ασφαλισμένοι φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση περισσοτέρων του ενός φορέων ασφάλισης, υποχρεούνται εντός έξι (6) μηνών από την ισχύ της διάταξης αυτής να ζητήσουν από τους προηγούμενους ασφαλιστικούς τους φορείς τη σύνταξη των αντίστοιχων δελτίων χρόνου ασφάλισης και την αποστολή τους στον τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό, το οποίο θα συμπληρώνεται και τηρείται σε κάθε επόμενη αλλαγή φορέα.
γ.Στις περιπτώσεις που στον τελευταίο φορέα διαπιστώνεται η έλλειψη των όρων της κρίσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και διαβιβάζεται η αίτηση στους προηγούμενους φορείς, από τη χρονική στιγμή της διαβίβασης, στο Δελτίο Διαδοχικής Ασφάλισης αναγράφονται, εκτός του χρόνου ασφάλισης, οι αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών και τα ποσά που αντιστοιχούν στο αυτοτελές δικαίωμα και στο κατώτατο όριο σύνταξης.
Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και από τους λοιπούς φορείς, όταν διαπιστώνεται ότι δεν είναι αρμόδιοι για την απονομή της σύνταξης.
Όλα τα αναγραφόμενα στοιχεία λαμβάνονται υπόψη από τον απονέμοντα οργανισμό για τον υπολογισμό των ποσών της σύνταξης.
11. Προς εφαρμογή του παρόντος άρθρου και όπου απαιτείται εκπονείται από την Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων ειδική μηχανογραφική εφαρμογή. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ανατίθεται η εκπόνηση της ειδικής μηχανογραφικής εφαρμογής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Με την Υπουργική Απόφαση δύναται να ρυθμίζονται συναφή θέματα και λεπτομέρειες αναγκαίες, για την ενιαία εφαρμογή της μηχανογραφικής εφαρμογής στους ασφαλιστικούς οργανισμούς.
12. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 και τα τέσσερα πρώτα εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 1405/1983 όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 4 του ν. 1539/1985, το άρθρο 15 του ν. 1902/90 και το άρθρο 18 του ν. 2079/1992, παύουν να ισχύουν για τους φορείς κύριας ασφάλισης, με την επιφύλαξη της παρ. 3 του παρόντος άρθρου.
Εξακολουθούν να ισχύουν τα δυο τελευταία εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 1405/1983 τα οποία προστέθηκαν με το άρθρο 69 του ν. 2084/92.
Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.δ. 4202/1961 όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 1405/1983 εξακολουθούν να εφαρμόζονται :
α) Σε ασφαλισμένους οι οποίοι μέχρι και την 31.12.1978 είχαν υπαχθεί διαδοχικά στην ασφάλιση δυο ή περισσοτέρων οργανισμών που ασφαλίζουν μισθωτούς ή αυτοτελώς απασχολουμένους και
β) Σε ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν μεν διαδοχικά για πρώτη φορά από 1.1.1979 και μετά, από φορέα ασφάλισης μισθωτών σε άλλο φορέα ασφάλισης μισθωτών, παρέμειναν όμως απασχολούμενοι στον ίδιο εργοδότη, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 2556/1997.
Αν ο απονέμων οργανισμός είναι προηγούμενος του τελευταίου, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης πραγματοποιείται βάσει των αποδοχών του ασφαλισμένου που λαμβάνονται υπόψη για την απονομή της σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του αναπροσαρμοσμένες με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
13. Για τους Οργανισμούς Επικουρικής Ασφάλισης, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. δ. 4202/1961 και του άρθρου 11 του ν. 1405/1983 όπως αυτές ισχύουν.
Οι αποδοχές επί των οποίων θα υπολογίζεται η σύνταξη θα είναι αυτές που λαμβάνει ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο διακοπής της ασφάλισής του, αναπροσαρμοσμένες σύμφωνα με τον μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
14. Εκκρεμείς αιτήσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας κρίνονται με τις διατάξεις που ισχύουν κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Είναι δυνατή η επανυποβολή νέας αίτησης για να κριθεί το δικαίωμα συνταξιοδότησης με τις διατάξεις του παρόντος. Στη περίπτωση αυτή τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από τον επόμενο μήνα της υποβολής της νέας αίτησης.
15. Οι διατάξεις  των παρ. 1,2,3 και 4 του άρθρου 2 του ν.δ. 4202/1961, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 9 του ν. 1405/1983 και αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 14 του ν.1902/1990 ισχύουν για το ΝΑΤ, Οίκο Ναύτου και γενικά για τους εργαζομένους επί πλοίων. Εκκρεμείς περιπτώσεις θα επανεξεταστούν σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 4202/1961 όπως ισχύουν. Τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του μήνα δημοσίευσης του νόμου αυτού.
  
Συμμετοχή των οργανισμών στη δαπάνη συνταξιοδότησης
 1. Η συμμετοχή στη δαπάνη της συνταξιοδότησης για τους συμμετέχοντες φορείς γίνεται ως εξής:
Το τμήμα σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης που διανύθηκε στον συμμετέχοντα φορέα όπως αυτό προσδιορίσθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 1 του παρόντος, πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμό των καταβαλλομένων συντάξεων ετησίως και το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται επί έναν αναλογιστικό συντελεστή, ο οποίος εκφράζει το εφάπαξ ποσό που ισούται με την παρούσα αξία σύνταξης μιας νομισματικής μονάδας, που καταβάλλεται εφόρου ζωής στον ασφαλισμένο και στους δικαιούχους του, η δε τιμή του καθορίζεται από την ηλικία του ασφαλισμένου και την αιτία συνταξιοδότησης. Σε περίπτωση χορήγησης κατωτάτων ορίων σύνταξης το ποσό της σύνταξης επιμερίζεται ανάλογα με το ποσό του τμήματος σύνταξης που έχει υπολογισθεί για κάθε φορέα.
Ο αναλογιστικός συντελεστής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από σχετική εκτίμηση της Διεύθυνσης Αναλογιστικών Μελετών.
Ο ανωτέρω αναλογιστικός συντελεστής μπορεί να μεταβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ο παραπάνω τρόπος διακανονισμού δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις των μη οριστικών συντάξεων αναπηρίας. Στην περίπτωση αυτή το ποσό της συμμετοχής καθορίζεται από το γινόμενο της σύνταξης αναπηρίας που αντιστοιχεί στον συμμετέχοντα φορέα και των μηνών καταβολής αυτής στους οποίους προστίθενται και οι μήνες που αντιστοιχούν στα Δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και Επιδόματος Αδείας. Στην περίπτωση προσωρινών συντάξεων αναπηρίας δεν μεταφέρεται ο χρόνος στον απονέμοντα φορέα μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της παρ. 4 του  άρθρου αυτού.
2. Εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους υπολογίζεται από καθέναν ασφαλιστικό οργανισμό τα ποσά που οφείλουν να του καταβάλλουν οι άλλοι οργανισμοί σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
Η διαφορά των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων είναι το ποσό που οφείλει να καταβάλλει ο κάθε οργανισμός.
3. Το ποσό συμμετοχής στη δαπάνη συνταξιοδότησης, όπως αυτό προσδιορίζεται από τις προηγούμενες παραγράφους, 1 και 2, αποδίδεται από τον υπόχρεο ασφαλιστικό οργανισμό στους οργανισμούς στους οποίους οφείλεται είτε εφάπαξ είτε σε δόσεις, η τελευταία των οποίων θα είναι μέχρι τι τέλος του έτους εντός του οποίου γνωστοποιείται η οφειλή. Σε περίπτωση καθυστέρησης της απόδοσης του ποσού της συμμετοχής ή δόσης αυτού, τα καθυστερούμενα ποσά επιβαρύνονται με πρόσθετα τέλη ίσα προς αυτά που επιβάλλονται από τον οργανισμό στον οποίον οφείλονται τα καθυστερούμενα σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών και εισπράττονται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τη νομοθεσία του οργανισμού αυτού για την αναγκαστική είσπραξη των καθυστερούμενων  ασφαλιστικών εισφορών.
4. Μετά τον ανωτέρω διακανονισμό παύει κάθε υποχρέωση των οργανισμών που συμμετέχουν στη δαπάνη της συνταξιοδότησης προς τον οργανισμό που απονέμει τη σύνταξη.
Ο ασφαλισμένος των παραπάνω οργανισμών, θεωρείται οριστικά συνταξιούχος του οργανισμού που απονέμει τη σύνταξη από την ημέρα που αρχίζει η καταβολή της σύνταξής του.
Από την ίδια μέρα παύει κάθε υποχρέωση των οργανισμών που συμμετέχουν στη δαπάνη της συνταξιοδότησης προς τον ασφαλισμένο τους και δεν είναι πλέον δυνατή η αποδέσμευση του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση των οργανισμών αυτών.
Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγρ.2 του άρθρου 10 του ν.825/1978,και της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3029/2002 ο χρόνος ασφάλισης όλων των οργανισμών ο οποίος λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης, λογίζεται για τον εφεξής χρόνο ότι πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του οργανισμού που απένειμε τη σύνταξη.
Στις περιπτώσεις υπολογισμού της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 1405/83, ο απονέμων οργανισμός κατανέμει το ποσό της σύνταξης, η οποία έχει υπολογισθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του και το συνολικό χρόνο ασφάλισης, μεταξύ των οργανισμών στους οποίους ασφαλίστηκε διαδοχικά ο ασφαλισμένος, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί στον καθένα. Στη συνέχεια γνωστοποιεί στο συμμετέχοντα φορέα το τμήμα σύνταξης που του αναλογεί και ο διακανονισμός των οφειλομένων ποσών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα παραπάνω  εδάφια του παρόντος.
5. Η ισχύς των παραγράφων 1,2,3 και 4 του άρθρου αυτού αρχίζει από 1-1-2004.

Άρθρο 30
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν  ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
  
                                                            Αθήνα,                    2003

  ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ  &                                       ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                                                             ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ  ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ          
 Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ                                         Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ,ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ &                 ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ                                                           ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ                                        
Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ                                                             ΔΗΜ.  ΡΕΠΠΑΣ

ΥΓΕΙΑΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ                                                  ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Κ. ΣΤΕΦΑΝΗΣ                                                          ΦΙΛ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ         

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ                                                  ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ                                                        Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ     

Συνάδελφοι,
Θα σας κρατάμε ενήμερους για τις όποιες εξελίξεις.

                                                                                    Συναδελφικά
                                                                                          Το Δ.Σ.