Ένα παραμυθάκι...

Κάπου, κάποτε, σε μιά χώρα όπου κατοικούσαν οι πιό χαρούμενοι άνθρωποι του πλανήτη γη, έφτιαξε το σπιτικό του ένα μικρό πουλάκι.
Ερχόμενο από άλλες χώρες, θέλησε να φτιάξει τη φωλιά του σ' αυτό τον χαρούμενο τόπο.

Όπως πετούσε, είδε ένα ψηλό όμορφο κτήριο."Εδώ θα φτιάξω την φωλιά μου" σκέφτηκε. "Από εδώ ψηλά θα βλέπω τους χαρούμενους ανθρώπους".

Ωσπου μια μέρα ήρθαν οι άνθρωποι να κατοικήσουν εκεί. Το πουλάκι τους
κοιτούσε κάθε μέρα από το παράθυρο και τους χτυπούσε το τζάμι λέγοντάς τους καλημέρα. Τους γνώρισε όλους, έναν-έναν ξεχωριστά.

Δεν ήταν όμως χαρούμενοι όπως οι υπόλοιποι κάτοικοι της χώρας. Είχαν μια
σκοτεινιά στο βλέμμα, ίδια με τα χρώματα που τους περιτριγύριζαν. Γκρί -συννεφιασμένο. Και ξάφνου, οι φίλοι του άρχισαν να φεύγουν. Μα πού
πήγαν ; Και τότε έμαθε. Αρρώστησαν, το γκρί τους πλάκωσε την ψυχή.
Αρρώστησαν, λέει, από μια αρρώστια που δεν έχει όνομα ή μάλλον κάπου άκουσε να τη λένε "το σύνδρομο του γκρί κτηρίου".

Και τότε του ήρθε μια ιδέα. Μάζεψε σε μια αγκαλιά το πράσινο των δένδρων,
το γαλανό τ' ουρανού, το λαμπερό κόκκινο του ήλιου κι ένα βράδυ πέταξε μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο κι έβαψε τους τοίχους σαν ουράνιο τόξο.

Ω! το θαύμα! Από τότε οι άνθρωποι έγιναν πάλι χαρούμενοι. Και δεν ξαναρρώστησαν, γιατί η ψυχή τους γέμισε φως.

Εύη Παπαχρήστου