Νόμος 1767/88 (Συμβούλια Εργαζομένων)


 1. Άρθρο 1: Συμβούλια εργαζομένων
 2. Άρθρο 2: Όργανα εκπροσώπησης εργαζομένων
 3. Άρθρο 3: Γενική συνέλευση εργαζομένων
 4. Άρθρο 4: Εκλογές
 5. Άρθρο 5: Εφορευτικές επιτροπές
 6. Άρθρο 6: Συγκρότηση και λειτουργία των συμβουλίων εργαζομένων
 7. Άρθρο 7
 8. Άρθρο 8: Χώρος συνελεύσεων και γραφείων
 9. Άρθρο 9: Προστασία
 10. Άρθρο 10: Διευκολύνσεις
 11. Άρθρο 11: Κοινές συσκέψεις
 12. Άρθρο 12: Αρμοδιότητες των συμβουλίων των εργαζομένων- Σχέσεις με το συνδικαλιστικό κίνημα
 13. Άρθρο 13: Πληροφόρηση
 14. Άρθρο 14: Διαβουλεύσεις
 15. Άρθρο 15: Λοιπές αρμοδιότητες
 16. Άρθρο 16: Γενικές διατάξεις
 17. Άρθρο 17: Κυρώσεις
 18. Άρθρο 18: Κύρωση της 135 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας
 19. ΣΥΜΒΑΣΗ 135
 20. Άρθρο 19: Συμπλήρωση διατάξεων του ν. 1568/1985 "Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων"
 21. Άρθρο 20: Κύρωση απόφασης
 22. Άρθρο 22





ΝΟΜΟΣ 1767/1988
"Συμβούλια εργαζομένων και άλλες εργατικές διατάξεις-Κύρωση της 135 διεθνούς σύμβασης εργασίας"
(Φ.Ε.Κ. 63/Α/6-4-88)
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Άρθρο 1: Συμβούλια εργαζομένων
Άρθρο 1
Σκοπός και πεδίο εφαρμογής
1. Οι εργαζόμενοι κάθε επιχείρησης, που απασχολεί τουλάχιστον πενήντα (50) άτομα, έχουν δικαίωμα να εκλέγουν και να συγκροτούν συμβούλια εργαζομένων, για την εκπροσώπησή τους στην επιχείρηση.
2. Στις περιπτώσεις που στην επιχείρηση δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση, αρκεί να απασχολούνται είκοσι (20) εργαζόμενοι.
3. Με τον όρο "επιχείρηση", για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, νοούνται οι κάθε μορφής και κλάδου επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού καθώς και του δημόσιου τομέα, όπως καθορίστηκε με τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 6 εδάφια γ' έως ζ' του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65). Παραρτήματα, υποκαταστήματα ή εγκαταστάσεις της ίδιας επιχείρησης, που βρίσκονται σε διαφορετικό τόπο, από την κύρια εγκατάσταση, θεωρούνται αυτοτελείς επιχειρήσεις για την εφαρμογή του νόμου αυτού, εφ' όσον απασχολούν τουλάχιστον πενήντα (50) εργαζόμενους. Αν οι εργαζόμενοι είναι λιγότεροι από πενήντα (50), εκπροσωπούνται ενιαία με τους εργαζόμενους της πλησιέστερης μονάδας της επιχείρησης.
4. Με τον όρο "εργαζόμενοι", για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, νοούνται οι απασχολούμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ανεξάρτητα από το χρόνο διάρκειας της σχέσης εργασίας, καθώς και αυτοί που συνδέονται με τον εργοδότη με σχέση μαθητείας, εφ' όσον έχουν συμπληρώσει τη νόμιμη ηλικία για τη συγκεκριμένη απασχόληση.
5. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις για το ναυτεργατικό προσωπικό, καθώς και στις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις του άρθρου 2 του ν. 1365/1983 (ΦΕΚ 80).
(Με το άρθρο 8 παράγρ. 1 του Ν. 2224/94, ΦΕΚ 112 Α'/94, επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 1767/88 στις επιχειρήσεις που υπάγονται στο Ν. 1365/83 εφ' όσον τα προβλεπόμενα από αυτόν Συμβούλια Εργαζομένων δεν έχουν συσταθεί).
Αρχή




Άρθρο 2: Όργανα εκπροσώπησης εργαζομένων
1. Τα συμβούλια των εργαζομένων αποτελούνται από:
α) Τρία (3) μέλη σε επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 300 εργαζόμενους.
β) πέντε (5) μέλη σε επιχειρήσεις που απασχολούν από 301 έως 1000 εργαζόμενους,
γ) επτά (7) μέλη σε επιχειρήσεις που απασχολούν από 1001 και άνω εργαζόμενους.
2. Για τον υπολογισμό του αριθμού των μελών των συμβουλίων των εργαζομένων λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των εργαζομένων στην επιχείρηση κατά το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών.
3. Τα συμβούλια εργαζομένων θεωρούνται αντιπρόσωποι των εργαζομένων, κατά την έννοια του άρθρου 3 της 135 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας.
Αρχή




Άρθρο 3: Γενική συνέλευση εργαζομένων
1. Η γενική συνέλευση αποτελείται από το σύνολο των εργαζομένων στην επιχείρηση.
2. Οι τακτικές γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων συγκαλούνται κάθε έξι μήνες από τα συμβούλια εργαζομένων και εκλέγουν το προεδρείο τους που αποτελείται από τρία (3) τουλάχιστο μέλη. Η πρόσκληση για τη γενική συνέλευση περιέχει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης και γνωστοποιείται στον εργοδότη, στο διοικητικό συμβούλιο των αρμόδιων συνδικαλιστικών οργανώσεων και στους εργαζόμενους δέκα (10) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες νωρίτερα. Κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης οι αντιπρόσωποι και τα συμβούλια εργαζομένων κάνουν τον απολογισμό του έργου τους. Αν ο τρόπος λειτουργίας της επιχείρησης δεν επιτρέπει την πραγματοποίηση της γενικής συνέλευσης όλου του προσωπικού την ίδια ημέρα και ώρα, διενεργούνται τμηματικές γενικές συνελεύσεις. Η πρώτη γενική συνέλευση θα προσδιορίσει το χαρακτήρα και τις αρμοδιότητες των τμηματικών γενικών συνελεύσεων.
3. Για την απαρτία της γενικής συνέλευσης και τη λήψη αποφάσεων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1264/1982 (ΦΕΚ 79). Η γενική συνέλευση για τις εκλογές βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίσταται το ήμισυ του αριθμού των εργαζομένων στην επιχείρηση. Οι έκτακτες γενικές συνελεύσεις συγκαλούνται εφ' όσον το ζητήσει εγγράφως το ένα τέταρτο (1/4) τουλάχιστον των εργαζομένων.
4. Αίτηση για αναγνώριση ακυρότητας απόφασης γενικής συνέλευσης ασκείται στο ειρηνοδικείο της περιφέρειας που βρίσκεται η επιχείρηση, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της συνέλευσης. Η απόφαση του ειρηνοδικείου είναι δυνατό να εκκληθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο μέσα σε 10 ημέρες από την επίδοσή της. Αίτηση μπορεί να ασκήσει το ένα πέμπτο (1/5) του αριθμού των εργαζομένων καθώς και όποιος έχει έννομο συμφέρον.
5. Η πρώτη γενική συνέλευση συγκαλείται, το λιγότερο μέσα σε τρεις (3) και το ανώτερο σε εννέα (9) μήνες μετά την έναρξη της ισχύος αυτού από το Δ.Σ. του σωματείου της επιχείρησης ή το 1/10 τουλάχιστον των εργαζομένων. Στις επιχειρήσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου αυτού, οι πρώτες γενικές συνελεύσεις συγκαλούνται ένα χρόνο μετά την ισχύ του νόμου. Εάν στην επιχείρηση υπάρχουν περισσότερα από ένα επιχειρησιακά σωματεία, η πρώτη γενική συνέλευση των εργαζομένων συγκαλείται από το σωματείο, που έχει τα περισσότερα μέλη στην επιχείρηση. Στη συνέλευση αυτή προεδρεύει ο πρόεδρος του Δ.Σ. του σωματείου ή οι τρεις πρώτοι που υπέγραψαν για τη σύγκληση της συνέλευσης.
(Οι παραπάνω προθεσμίες είναι ενδεικτικές ως προς τη σύγκληση των γενικών συνελεύσεων. Αρθρο 8 παράγρ. 2 του Ν. 2224/94)
Αρχή




Άρθρο 4: Εκλογές
1. Οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών των συμβουλίων εργαζομένων γίνονται κάθε δύο (2) έτη με άμεση και μυστική ψηφοφορία, με το εκλογικό σύστημα που προβλέπεται στο άρθρο 12 του ν. 1264/1982. Εκλογές γίνονται και στην περίπτωση που ο συνολικός αριθμός των μελών του συμβουλίου μειώθηκε για οποιοδήποτε λόγο και δεν υπάρχουν αναπληρωματικά μέλη.
Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των παρόντων μπορεί να καθορισθεί οποιοδήποτε άλλο εκλογικό σύστημα.
2. Κάθε εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει ένα δίμηνο στην επιχείρηση έως την προηγούμενη των εκλογών, έχει δικαίωμα να ψηφίσει για μέλη των συμβουλίων εργαζομένων και να εκλεγεί στα αξιώματα αυτά. Δεν έχουν δικαίωμα να εκλεγούν όσοι έχουν τοποθετηθεί για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Αρχή




Άρθρο 5: Εφορευτικές επιτροπές
1. Οι εκλογές διεξάγονται από εφορευτικές επιτροπές που εκλέγονται από τη γενική συνέλευση των εργαζομένων και αποτελούνται από τρία (3) μέλη.
Ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής εκλέγεται από τα μέλη της.
2. Οι εφορευτικές επιτροπές μεριμνούν για τη διεξαγωγή των εκλογών, καταμετρούν τις ψήφους και ανακηρύσσουν τους επιτυχόντες. Οι εφορευτικές επιτροπές τηρούν πρακτικά για τις εκλογές, που καταγράφονται σε ειδικό βιβλίο και γνωστοποιούν το αποτέλεσμα των εκλογών στο σωματείο ή στα σωματεία της επιχείρησης, στους εργαζόμενους, στον εργοδότη και στην αντίστοιχη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση.
Αρχή




Άρθρο 6: Συγκρότηση και λειτουργία των
συμβουλίων εργαζομένων
1. Τα συμβούλια εργαζομένων συγκροτούνται σε σώμα την επόμενη από την εκλογή τους εβδομάδα και εκλέγουν μεταξύ των μελών τους τον πρόεδρο με τον αναπληρωτή του και το γραμματέα.
2. Ο πρόεδρος του συμβουλίου εκπροσωπεί το συμβούλιο.
3. Οι συνεδριάσεις των συμβουλίων εργαζομένων συγκαλούνται από τον πρόεδρο κάθε μήνα ή και έκτακτα εφ' όσον ζητηθεί από το ένα τρίτο (1/3) των μελών τους. Ο πρόεδρος καθορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, στην οποία περιλαμβάνει και εκείνα που προτείνει το ένα τρίτο (1/3) των μελών του συμβουλίου ή ο εργοδότης, δέκα (10) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Η ημερήσια διάταξη, κοινοποιείται στον εργοδότη και στα μέλη του συμβουλίου πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση.
4. Το συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, όταν παρίστανται περισσότερα από τα μισά μέλη του και αποφασίζει με πλειοψηφία των παρόντων. Το συμβούλιο σε κάθε περίπτωση αποφασίζει για τον τρόπο λειτουργίας του.
Αρχή




Άρθρο 7
1. Τα μέλη των συμβουλίων είναι δυνατό ν' ανακληθούν με απόφαση της γενικής συνέλευσης των εργαζομένων που συγκαλείται για το σκοπό αυτόν, με αίτηση από το ένα πέμπτο (1/5) των μελών της.
Η απαρτία της γενικής συνέλευσης για την ανάκληση μέλους είναι εκείνη που απαιτείται για την εκλογή των μελών συμβουλίων εργαζομένων, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 3.
2. Η αντικατάσταση μέλους συμβουλίου που πέθανε ή έχασε την ιδιότητά του ή ανακλήθηκε μετά από ακύρωση της εκλογής του από το δικαστήριο ή παραιτήθηκε ή λύθηκε ή έληξε η σχέση εργασίας του γίνεται από τα αναπληρωματικά μέλη. Η αντικατάσταση γνωστοποιείται στα ενδιαφερόμενα μέρη.
Αρχή




Άρθρο 8: Χώρος συνελεύσεων και γραφείων
1. Οι γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων γίνονται στο χώρο εργασίας ή σε άλλο χώρο που θα συμφωνηθεί με τον εργοδότη, εκτός χρόνου απασχόλησης, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 1264/1982.
2. Ο εργοδότης υποχρεούται να παραχωρήσει στο συμβούλιο εργαζομένων κατάλληλο κατά το δυνατό χώρο για γραφείο στον τόπο εργασίας, καθώς και κατάλληλο χώρο για ανακοινώσεις. Οι παράγραφοι 2 και 5 του άρθρου 16 του ν. 1264/1982 εφαρμόζονται αναλόγως.
3. Οι δαπάνες της διαδικασίας εκλογής των μελών των συμβουλίων εργαζομένων βαρύνουν τους εργοδότες.
Αρχή




Άρθρο 9: Προστασία
1. Τα μέλη των συμβουλίων εργαζομένων απολαμβάνουν την προστασία που παρέχεται στις διοικήσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων από τις διατάξεις των παρ. 5 και 9 του άρθρου 14 του ν. 1264/1982, εξαιρουμένων των παραιτουμένων για οποιαδήποτε αιτία προ της λήξεως της θητείας τους.
Οι διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 10 και του άρθρου 15 του ν. 1264/1982 εφαρμόζονται και για τα μέλη των συμβουλίων εργαζομένων.
2. Απαγορεύεται στους εργοδότες, σε πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό τους ή σε οποιοδήποτε τρίτο να προβαίνουν σε πράξεις ή παραλείψεις με σκοπό να παρακωλύουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων που απορρέουν από το νόμο αυτόν και ιδίως:
α) να ασκούν επιρροή στους εργαζόμενους με απειλές απολύσεων ή άλλα μέσα για την παρεμπόδιση της άσκησης των δικαιωμάτων που παρέχει ο νόμος αυτός,
β) να υποστηρίζουν την υποψηφιότητα εργαζομένων με οικονομικά ή άλλα μέσα και
γ) να επεμβαίνουν με κάθε τρόπο στο έργο των γενικών συνελεύσεων των εργαζομένων στην επιχείρηση.
3. Η ιδιότητα και οι δραστηριότητες των μελών των συμβουλίων, που ασκούνται στα πλαίσια του νόμου αυτού, δεν μπορεί να αποτελέσουν λόγο δυσμενούς μεταχείρισής τους από τον εργοδότη.
Αρχή




Άρθρο 10: Διευκολύνσεις
1. Ο πρόεδρος του συμβουλίου εργαζομένων ή ο αναπληρωτής του απαλλάσσονται από την υποχρέωση να παρέχουν εργασία για δύο (2) ώρες την εβδομάδα, εφ' όσον αυτό είναι απαραίτητο για την άσκηση των καθηκόντων τους, μετά από προειδοποίηση του εργοδότη για την απουσία από τη θέση εργασίας τους.
2. Τα μέλη των συμβουλίων εργαζομένων έχουν δικαίωμα να πάρουν κατά τη διάρκεια της θητείας τους έως δώδεκα (12) συνολικά ημέρες άδεια με αποδοχές, προκειμένου να λάβουν μέρος σε εκπαιδευτικά προγράμματα που διοργανώνει για την επιμόρφωσή τους η πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση ή οργανισμός που ασκεί αναγνωρισμένα το έργο αυτό.
3. Για να πάρουν την άδεια της προηγούμενης παραγράφου τα μέλη των συμβουλίων εργαζομένων οφείλουν να προσκομίσουν στον εργοδότη αποδεικτικά της συμμετοχής τους στα προγράμματα αυτά.
4. Για κάθε διαφωνία σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού αποφασίζει η επιτροπή του άρθρου 15 του ν. 1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του ν. 1545/1985 (ΦΕΚ 91).
5. Τα μέλη των συμβουλίων οφείλουν να ασκούν τα καθήκοντά τους με τρόπο που να μην παρεμποδίζεται η ομαλή λειτουργία της επιχείρησης.
6. Τα μέλη των συμβουλίων των εργαζομένων μπορούν να εισέρχονται σε όλους τους χώρους εργασίας, κάθε φορά που το συμβούλιο κρίνει απαραίτητο, προκειμένου να ασκούν τα καθήκοντά τους.
Αρχή




Άρθρο 11: Κοινές συσκέψεις
1. Ο εργοδότης και το συμβούλιο εργαζομένων συσκέπτονται μέσα στο πρώτο 10ήμερο κάθε δεύτερου μήνα, σε ημέρα και ώρα που καθορίζουν από κοινού. Κοινές συσκέψεις πραγματοποιούνται εκτάκτως, εφ' όσον το ζητήσει μία από τις δύο πλευρές.
2. Κάθε πλευρά γνωστοποιεί στην άλλη τα θέματα που επιθυμεί να συζητηθούν στην κοινή σύσκεψη πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα πραγματοποίησής της.
Αρχή




Άρθρο 12: Αρμοδιότητες των συμβουλίων των εργαζομένων- Σχέσεις με το συνδικαλιστικό κίνημα
1. Η λειτουργία των συμβουλίων των εργαζομένων είναι συμμετοχική και γνωμοδοτική και σκοπεύει στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εργαζομένων σε συνάρτηση με την ανάπτυξη της επιχείρησης. Η λειτουργία των συμβουλίων αυτών δεν αναιρεί σε κανένα σημείο το σκοπό, τα μέσα και τα δικαιώματα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, που με τη δράση τους σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος και του ν. 1264/1982 διαφυλάσσουν και προάγουν τα εργασιακά, οικονομικά, ασφαλιστικά, κοινωνικά και συνδικαλιστικά συμφέροντα των εργαζομένων.
2. Οι συμφωνίες μεταξύ εργοδοτών και συμβουλίων εργαζομένων δε δεσμεύουν τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να επιδιώξουν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συλλογικές συμβάσεις.
3. Τα συμβούλια των εργαζομένων συνεργάζονται με τη συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης και την ενημερώνουν για τα θέματα της αρμοδιότητάς τους.
Η συνεργασία αυτή ορίζεται από τη γενική συνέλευση σε τακτά χρονικά διαστήματα. Με την ίδια διαδικασία μπορεί να καθορίζεται συνεργασία με τις ανάλογες δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το Δ.Σ. της συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης μπορεί να καλέσει σε ενημερωτική συνάντηση το συμβούλιο των εργαζομένων για σοβαρά θέματα.
4. Αποφασίζουν από κοινού με τον εργοδότη για τα κατωτέρω θέματα:
α) Την κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού της επιχείρησης.
β) Τον κανονισμό υγιεινής και ασφάλειας της επιχείρησης.
γ) Την κατάρτιση ενημερωτικών προγραμμάτων για τις νέες μεθόδους οργάνωσης της επιχείρησης και τη χρήση νέων τεχνολογιών.
δ) Τον προγραμματισμό της επιμόρφωσης, της διαρκούς εκπαίδευσης και της μετεκπαίδευσης του προσωπικού, ιδιαίτερα μετά από κάθε μετατροπή της τεχνολογίας.
ε) Τον τρόπο ελέγχου της παρουσίας και της συμπεριφοράς του προσωπικού στα πλαίσια της προστασίας της προσωπικότητας των εργαζομένων ιδίως απέναντι στα οπτικοακουστικά μέσα.
στ) Τον προγραμματισμό των κανονικών αδειών.
ζ) Την επανένταξη των αναπήρων από εργατικό ατύχημα που έγινε στην επιχείρηση σε κατάλληλες γι' αυτούς θέσεις απασχόλησης.
η) Τον προγραμματισμό και τον έλεγχο πολιτιστικών, ψυχαγωγικών και κοινωνικών εκδηλώσεων.
Για όλα τα παραπάνω θέματα καταρτίζεται γραπτή συμφωνία, η οποία ισχύει από την κατάθεσή της στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και έχει κανονιστική ισχύ. Η συμφωνία αναρτάται στον πίνακα ανακοινώσεων του Συμβουλίου Εργαζομένων.
Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ εργοδότη και Συμβουλίου Εργαζομένων για τη ρύθμιση των ανωτέρω θεμάτων, η διαφορά επιλύεται με τη διαδικασία της μεσολάβησης και παραπομπή στη διαιτησία, σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 του Ν. 1876/90.
Οι ανωτέρω αρμοδιότητες ασκούνται από το Συμβούλιο Εργαζομένων, εφ' όσον στην επιχείρηση δεν λειτουργεί συνδικαλιστική οργάνωση, και τα θέματα αυτά δεν ρυθμίζονται με Συλλογική Σύμβαση Εργασίας..
(Η παραπάνω παράγραφος αναγράφεται όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παράγρ. 3 του Ν. 2224/94 ΦΕΚ 112Α'/94).
5. Μελετούν και προτείνουν τρόπους βελτίωσης της παραγωγικότητας όλων των συντελεστών της παραγωγής. Για το σκοπόν αυτόν δύνανται να χρησιμοποιούν εμπειρογνώμονες του οργανισμού που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 10 του νόμου αυτού.
6. Προτείνουν μέτρα για τη βελτίωση των όρων και συνθηκών εργασίας.
7. Υποδεικνύουν τα μέλη της Επιτροπής Υγιεινής και Ασφάλειας από τα μέλη τους.
Αρχή




Άρθρο 13: Πληροφόρηση
1. Ο εργοδότης οφείλει να πληροφορεί τα συμβούλια εργαζομένων για τα παρακάτω θέματα, πριν από την εφαρμογή των σχετικών αποφάσεών του:
α) Αλλαγή νομικού καθεστώτος της επιχείρησης,
β) ολική ή μερική μεταφορά, επέκταση ή περιορισμό των εγκαταστάσεών της,
γ) εισαγωγή νέας τεχνολογίας,
δ) αλλαγή στη διάρθρωση προσωπικού, μείωση η αύξηση του αριθμού των εργαζομένων και θέση σε διαθεσιμότητα η εκ περιτροπής εργασία,
ε) τον ετήσιο προγραμματισμό των επενδύσεων για τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας της επιχείρησης,
στ) παρέχει στα συμβούλια εργαζομένων κάθε στοιχείο που θα ζητηθεί από αυτά και αναφέρεται στα θέματα του άρθρου 12 του νόμου αυτού.
ζ) τον προγραμματισμό τυχόν υπερωριακής απασχόλησης.
2. Τα συμβούλια εργαζομένων έχουν επίσης δικαίωμα να πληροφορούνται για:
α) τις γενικές τάσεις της επιχείρησης στον οικονομικό τομέα και στον προγραμματισμό της παραγωγής,
β) τον ισολογισμό και απολογισμό της επιχείρησης,
γ) το λογαριασμό εκμετάλλευσης της επιχείρησης.
3. Η πληροφόρηση παρέχεται εγκαίρως και με σαφήνεια-τουλάχιστο μια φορά το χρόνο σε ημερομηνία που ορίζει η διεύθυνση της επιχείρησης, καθώς και εκτάκτως όταν το ζητήσει το συμβούλιο εργαζομένων, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών.
4. Ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση να πληροφορεί τα συμβούλια των εργαζομένων για θέματα που χαρακτηρίζονται απόρρητα από την ισχύουσα νομοθεσία, όπως το τραπεζικό, το δικηγορικό απόρρητο, θέματα εθνικής σημασίας, ευρεσιτεχνίες.
5. Τα μέλη των εργασιακών συμβουλίων έχουν υποχρέωση να μην ανακοινώνουν σε τρίτους, χωρίς τη συγκατάθεση του εργοδότη, πληροφορίες που αναφέρονται σε θέματα της προηγούμενης παραγράφου ή έχουν ιδιάζουσα σημασία για την επιχείρηση και των οποίων η διαρροή θα είχε επιβλαβείς συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης.
6. Τα μέλη των συμβουλίων των εργαζομένων και ο εργοδότης αποφασίζουν από κοινού κάθε φορά για τα θέματα των κοινών συσκέψεων και τα στοιχεία της πληροφόρησης που μπορούν να ανακοινωθούν σε τρίτους.
Αρχή




Άρθρο 14: Διαβουλεύσεις
Τα συμβούλια εργαζομένων διαβουλεύονται με τον εργοδότη αν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση:
α) στις περιπτώσεις ομαδικών απολύσεων, σύμφωνα με όσα προβλέπονται από τη νομοθεσία που ισχύει κάθε φορά για τον έλεγχο των ομαδικών απολύσεων,
β) στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπονται διαβουλεύσεις με τους εργαζόμενους από γενικούς ή ειδικούς νόμους.
Αρχή




Άρθρο 15: Λοιπές αρμοδιότητες
1. Αν δεν υπάρχει σωματείο της επιχείρησης, τα συμβούλια εργαζομένων, εκτός από τις αρμοδιότητες του άρθρου 12 του νόμου αυτού, έχουν επίσης αρμοδιότητα να προβάλλουν στον εργοδότη κάθε θέμα που είναι σχετικό με την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας, την υλοποίηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και με άλλες συμφωνίες που διαμορφώνουν υπέρ των εργαζομένων ειδικό καθεστώς στον εργασιακό χώρο.
2. Τα συμβούλια εργαζομένων, αν δε διευθετηθεί ή δεν επιλυθεί οποιοδήποτε από τα παραπάνω θέματα, μπορούν να προσφύγουν στην επιθεώρηση εργασίας και να αναλάβουν την υποστήριξή τους κατά τη μεσολαβητική προσπάθεια του επιθεωρητή.
Αρχή




Άρθρο 16: Γενικές διατάξεις
1. Εφ' όσον μεταξύ περισσότερων αυτοτελών επιχειρήσεων μια από αυτές ασκεί ενιαία διοίκηση της οικονομικής πολιτικής τους, τα επί μέρους συμβούλια εργαζομένων μπορούν να ορίσουν μεταξύ των μελών τους κοινούς εκπροσώπους για το συντονισμό των κοινών ζητημάτων. Αν σε μία (1) από τις παραπάνω επιχειρήσεις υπάρχει συμβούλιο εργαζομένων, τούτο μπορεί να εκπροσωπεί και τους εργαζόμενους των άλλων επιχειρήσεων απέναντι στην \ενιαία διοίκηση.
2. Με συλλογικές συμβάσεις εργασίας που συνάπτονται μεταξύ του εργοδότη και της συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης ή της αντιπροσωπευτικότερης συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων του χώρου, όταν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση, μπορεί να ρυθμίζονται και τα εξής θέματα:
α) Να μειώνεται το όριο του αριθμού των εργαζομένων που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού.
β) Να προβλέπονται ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους χώρους συνελεύσεων και γραφείων, για θέματα πληροφόρησης και κοινών συσκέψεων των συμβουλίων με τους εργοδότες και τις διευκολύνσεις που παρέχονται στα συμβούλια εργαζομένων.
3. Σε επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους και που δεν υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο, είναι δυνατό με συλλογική σύμβαση εργασίας να επεκτείνεται η προστασία του άρθρου 9 του νόμου αυτού και σε έναν εργαζόμενο της επιχείρησης που ορίζεται από την αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων του χώρου.
Αρχή




Άρθρο 17: Κυρώσεις
1. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 1 και 2 τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 458 του ποινικού κώδικα.
2. Αν ο εργοδότης δε συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τις διατάξεις των άρθρων 8, 12 και 13, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 8 και 9 του ν. 1264/1982.
3. Η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 146/1914 εφαρμόζεται και για τα μέλη των συμβουλίων των εργαζομένων και για μια πενταετία μετά τη λήξη της εργασιακής τους σχέσης, σε περίπτωση που δεν τηρούν το καθήκον εχεμύθειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 παρ. 5 του νόμου αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Αρχή




Άρθρο 18: Κύρωση της 135 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας
Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η 135 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας "για την προστασία των αντιπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση και τις διευκολύνσεις που πρέπει να τους παρασχεθούν", η οποία ψηφίστηκε από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας στην 56η σύνοδό της το έτος 1971.
Το κείμενο της σύμβασης στο γαλλικό πρωτότυπο και στην ελληνική του μετάφραση είναι το ακόλουθο:
CONVENTION 135
CONCERNANT LA PROTECTION DES REPRESENTANTS DES TRAVAILEURS DANS L'ENTREPRISE ET LES FACILITES A LEUR ACCORDER
La Conference gιnιrale de l' Organisation internationale du Travail. Convoquιe par le Conseil d' administration du Bureau international du Travail, et s'y ιtant rιunie le 2 Juin 1971, en sa cinquantesiziιme session;
Notant les dispositions de la convention sur le droit d' organisation et de nιgociation collective, 1949, qui protιge les travailleurs contre tous actes de discrimination tendant α porter atteinte a la libertι syntdicale en matiιre d' emploi;
Considιrant qu'il souhaitable dopter des dispositions complιmentaires en ce qui concerne les reprιsentants des travailleurs;
Aprιs avoir dιcidι dopter diverses propositions relatives α la protection des reprιssantants des travailleurs dans l'entreprise et aux facilitιs α leur accorder, question qui constitue le cinquiιme point α leur accorder, question qui constitue le cinquiιme point α l'orde du jour de la session;
Apres avoir dιcidι que ces propositions prendraient la forme d'une convention internationale, adopte, ce vingt-trosiιme jour de juin mil neuf cent soixante et onze, la convention ci-aprιs, qui sera dιnommιe Convention concernant les reprιsentants des travaillerus, 1971
Article 1
Les repιsentants des travailleurs dans l'entreprise doivent bιnιficier d'une protection efficace contre toutes mesures qui pourraient leur porter prιjudice, y compris le licenciement, et qui seraient motivιes par leur qualitι ou lerus activitιs de reprιsentants des travailleurs, leur affiliation symndicale, ou leur participation α des activitιs syndicales, pour autant qu'ils agissent conformιment aux lois, conventions collectives ou autres arrangements conventionnels en vigueur.
Article 2
1. Des facilitιs doivent etre accordιes, dans l' enterprise, aux reprιsentants des travailleurs, de maniιre α leur permettre de remplir rapidement et efficacement leurs fonctions.
2. A cet ιgard, il loit κtre tenu copmpte des caractιristiques du systιme de relations professionnelles prιvalant dans ainsi que des besoins, de l'importances et des possibilitiιs de l'entreprise intιressιe.
3. L'octroi de telles facilitιs ne doit pas entravel le fonctionnement efficace de l'entreprise intιressιe.
Article 3
Aux fins de la prιsente convention, les termes reprιsentants des travailleurs dιsignent des personnes reconnues comme tels pas la lιgislation ou la pratique nationales, qu'elles soient:
a) des reprιsentants syndicaux, α savoir des reprιsentants nommιs ou ιlus par des syndicats ou par les membres de syndicats;
b) ou des reprιsentants ιlus, α savoir des reprιsentants, librement ιlus par les travailleurs de l' entreprise, conformιment aux dispositions de la lιgislation nationale ou des conventions collectives, et dont les fonctions ne s'ιtendent pas α des activitιs qui sont reconnues, dans les pays intιressιs, comme relavent des prιrogatives exclusives des syndicats.
Article 4
La lιgislation nationale, les conventions collectives, les sentences arbitrales ou les dιccisions judiciares pourront dιterminer le type ou les types de reprιsentants des travaillerus qui doivent avoir droit α la protection et aux facilitιs visιes par la prιsente convention.
Article 5
Lorsqu'une entreprise compte α la fois des reprιsentants syndicaux et des reprιsentants ιlus, des mesures appropriιes devront κtre prises, chaque fois qu'il y a lieu, pour garantir que la prιsence de reprιsentants ιlus ne puisse servir α affaiblir la situation des syndicats intιressιs ou de leurs reprιsentants, et pour encourager la coopιration, sur toutes questions pertientantes, entre les reprιsentants ιlus, d'une part, et les syndicats intιressιs et leurs reprιsentants, dutre part.
Article 6
L' application des dispositions de la convention pourra κtre assurιe par voie de lιgislation nationale, de conventions collectives ou de toute autre maniιre qui serait conforme α lapratique nationale.
Article 7
Les ratifications formelles de la prιsente convention seront communiquιes au Directeur gιnιral du Bureuau international du Travail et par lui enregistrιes.
Article 8
1. la prιsente convention ne liera que les Membres de l'Organisation internationale du Travail dont la ratification aura ιtι enregiatrιe par le Directeur gιnιral.
2. Elle entrera en vigueur douze mois aprιs que les ratifications de deux Membres auront ιtι enregistrιes par le Directeur gιnιral.
3. Par la suite, cette convention entera en vigueur pour chanque Membre douze mois aprιs la date oω sa ratification aura ιtι enregistrιe.
Article 9
1. Tout Membre ayant ratifiι la prιsente convention peut la dιnoncer α l'expiration d'une pιriode de dix annιes la date de la mise en vigueur initiale de convention, par un acte communiquι au Directeur gιnιgal du Bureau international du Travail et par lui enregistrι. La dιnonciation ne prendra effet qu'une annιe avoir ιtι enteregistrιe.
2. Tout Membre ayant ratifiι la prιsente convention qui, dans de dιlai d'une annιe aprιs l'expiration de la pιrriode de dix annιes mentionnιe au paragraphe prιcιdent, ne fera pas usage de la facultι de dιnonciation prιvue par le prιsent article sera liι pour une nouvelle pιriode de dix annιes et, par la suite, pourra dιnoncer la prιsente vonvention α l' expiration de chanque pιriode de dix annιes dans les conditions prιvvues au prιsent article.
Article 10
1. Le Directeur gιnιral du Bureau international du Travail notifiera α tous les Membres de l'Organisation internationale du Travail l'enregistrement de toutes les ratifications et dιnonciations qui lui seront communiquιes par les membres de l'organisation.
2. En notifiant aux membres de l' Organisation l' enregistrement de la deuxiιme ratification qui lui aura ιtι communiquιe, le Directeur gιnιral appellera l'attention des membres de l' Organisation sur la date α laquelle la prιsente convention entrera en vigueur.
Article 11
le Directeur gιnιral du Bureau international du Travail communiquera au Secrιtaire gιnιral des Nations Unies, aux fins d'enregistrement, conformιment β l'Article 102 de la Charte des Nations Unies, des renseignements complets au sujet de toutes ratifications et de tous actes de dιnonciation qu'il aura enregistrιs conformιment aux articles prιcιdents.
Article 12
Chaque fois qu'il le jugera nιcessaire, le conseil d' administration du Bureau international du Travail prιsentera α la Confιrence gιnιrale un rapport sur d' application de la prιsente convention et examinera s'il y a lieu d'inscrire α l'orde du jour de la Confιrence la question de sa rιvision totale ou partielle.
Article 13
1. Au cas oω la Confιrence adopterait une nouvelle convention portant rιvision totale ou partielle de la prιsente convention, et α moins que la nouvelle convention ne dispose autrement.
a) La ratification par un Membre de la nouvelle convention portant rιvision entrainerait de plein droit, nonobstant l' article 9ci-dessus, dιnonciantion immιddiate de la prιsente convention, sous rιserve que la nouvelle convention portant rιvision soit entrιe en vigueur;
b) α partir de la date de l'entrιe en viqueur de la nouvelle convention portant rιvision, la prιsente convention cesserait d'κtre ouverte α la ratification des Membres.
2. La prιsente convention demeurerait en tout cas en vigueur dans da forme et teneur pour les membres qui l'auraient ratifiιe et qui ne ratifierairent pas la convention portant rιvision.
Article 14
Les versions francaise et anglaise du texte de la prιsente convention font ιgalement foi.

Αρχή




ΣΥΜΒΑΣΗ 135
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ
Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας που συγκλήθηκε στη Γενεύη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνήλθε εκεί στις 2 Ιουνίου 1971 στην πεντηκοστή έκτη σύνοδό της.
Αφού έλαβε υπόψη τις διατάξεις της σύμβασης για το δικαίωμα οργάνωσης και συλλογικής διαπραγμάτευσης του 1949 που προστατεύει τους εργαζομένους από κάθε πράξη διάκρισης που μπορεί να προσβάλλει τη συνδικαλιστική ελευθερία σε θέματα απασχόλησης.
Αφού έκρινε ότι είναι επιθυμητή η αποδοχή συμπληρωματικών διατάξεων σχετικά με τους αντιπροσώπους των εργαζομένων.
Αφού αποφάσισε να αποδεχθεί διάφορες προτάσεις σχετικές με την προστασία των αντιπροσώπων των εργαζομένων μέσα στην επιχείρηση και τις διευκολύνσεις που πρέπει να τους παρέχονται, ζήτημα που αποτελεί το πέμπτο θέμα της ημερήσιας διάταξης της συνόδου.
Αφού αποφάσισε ότι αυτές οι προτάσεις θα πάρουν τη μορφή διεθνούς σύμβασης, αποδέχεται σήμερα, 23 Ιουνίου 1971, την παρακάτω σύμβαση που θα καλείται ως "σύμβαση για τους αντιπροσώπους των εργαζομένων, 1971".
Άρθρο 1
Οι αντιπρόσωποι των εργαζομένων στην επιχείρηση πρέπει να προστατεύονται αποτελεσματικά έναντι κάθε μέτρου, που θα μπορούσε να τους θίξει, συμπεριλαμβανομένης και της απόλυσης, και θα βασιζόταν στην ιδιότητα ή στις δραστηριότητές τους ως αντιπρόσωποι των εργαζομένων, στη συνδικαλιστική τους υπαγωγή ή στη συμμετοχή τους σε συνδικαλιστικές δραστηριότητες εφ' όσον ενεργούν σύμφωνα με τους νόμους, τις συλλογικές συμβάσεις ή άλλες συμβατικές ρυθμίσεις που ισχύουν.
Άρθρο 2
1. Θα πρέπει, να παρέχονται διευκολύνσεις μέσα στην επιχείρηση στους αντιπροσώπους των εργαζομένων, έτσι ώστε να τους επιτρέπεται να εκπληρώνουν γρήγορα και αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους.
2. Για το σκοπό αυτόν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του συστήματος επαγγελματικών σχέσεων που ισχύει στη χώρα, καθώς και οι ανάγκες, η σπουδαιότητα και οι δυνατότητες της ενδιαφερόμενης επιχείρησης.
3. Η παροχή τέτοιων διευκολύνσεων δεν πρέπει να παρεμποδίζει την αποτελεσματική λειτουργία της ενδιαφερόμενης επιχείρησης.
Aρθρο 3
Για τους σκοπούς αυτής της σύμβασης ο όρος "αντιπρόσωποι των εργαζομένων" σημαίνει τα πρόσωπα που αναγνωρίζονται ότι έχουν αυτή την ιδιότητα από την εθνική νομοθεσία ή πρακτική είτε είναι:
α) συνδικαλιστικοί αντιπρόσωποι, δηλαδή αντιπρόσωποι που ορίζονται ή εκλέγονται από τα σωματεία ή τα μέλη των σωματείων, ή
β) εκλεγμένοι αντιπρόσωποι, δηλαδή αντιπρόσωποι που εκλέγονται ελεύθερα από τους εργαζομένους της επιχείρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας ή των συλλογικών συμβάσεων και των οποίων τα καθήκοντα δεν εκτείνονται σε δραστηριότητες, που αναγνωρίζονται από τις ενδιαφερόμενες χώρες ότι ανήκουν στις αποκλειστικές αρμοδιότητες των σωματείων.
Άρθρο 4
Η εθνική νομοθεσία, οι συλλογικές συμβάσεις, οι διαιτητικές αποφάσεις ή οι δικαστικές αποφάσεις μπορούν να καθορίζουν τον τύπο ή τους τύπους των αντιπροσώπων των εργαζομένων, που πρέπει να έχουν δικαίωμα στην προστασία και τις διευκολύνσεις στις οποίες στοχεύει αυτή η σύμβαση.
Άρθρο 5
Όταν στην ίδια επιχείρηση υπάρχουν ταυτόχρονα συνδικαλιστικοί και εκλεγμένοι αντιπρόσωποι, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, όποτε κρίνεται αναγκαίο, για να εξασφαλίζεται ότι η παρουσία των εκλεγμένων αντιπροσώπων δε θα χρησιμοποιηθεί για να αποδυναμώσει τη θέση των ενδιαφερομένων σωματείων ή των αντιπροσώπων τους και για να ενθαρρύνεται η συνεργασία πάνω σ' όλα τα σχετικά θέματα ανάμεσα στους εκλεγμένους αντιπροσώπους αφενός και στα ενδιαφερόμενα σωματεία και τους αντιπροσώπους τους αφετέρου.
Άρθρο 6
H εφαρμογή των διατάξεων αυτής της σύμβασης θα μπορεί να διασφαλίζεται με εθνική νομοθεσία, με συλλογικές συμβάσεις ή με κάθε άλλο τρόπο σύμφωνα με την εθνική πρακτική.
Άρθρο 7
Οι επίσημες επικυρώσεις αυτής της σύμβασης θα ανακοινώνονται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, από τον οποίο και θα καταχωρίζονται.
Άρθρο 8
1. Αυτή η σύμβαση θα δεσμεύει μόνο τα μέλη εκείνα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, των οποίων τις επικυρώσεις έχει καταχωρίσει ο Γενικός Διευθυντής.
2. Θα πρέπει να ισχύει δώδεκα μήνες κατά την καταχώρηση των επικυρώσεων δύο Μελών από το Γενικό Διευθυντή.
3. Στη συνέχεια αυτή η σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ για κάθε Μέλος δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα έχει καταχωρισθεί η επικύρωσή του.
Άρθρο 9
1. Κάθε Μέλος, που έχει επικυρώσει αυτήν τη σύμβαση, μπορεί να την καταγγείλει, μετά την πάροδο δεκαετίας από την ημερομηνία της έναρξης ισχύος της σύμβασης με δήλωση, που κοινοποιείται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας από τον οποίο και καταχωρίζεται.
Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα χρόνο μετά την ημερομηνία καταχώρισής της.
2. Κάθε Μέλος, που έχει επικυρώσει αυτή τη σύμβαση και που μέσα σε ένα χρόνο από τη λήξη της δεκαετίας, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν θα κάνει χρήση της δυνατότητας καταγγελίας που προβλέπεται σ' αυτό το άρθρο, δεσμεύεται για μια νέα δεκαετία και στη συνέχεια θα μπορεί να καταγγέλλει αυτή τη σύμβαση στο τέλος κάθε δεκαετίας και με τους όρους που προβλέπει αυτό το άρθρο.
Άρθρο 10
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί σε όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας την καταχώριση όλων των επικυρώσεων και καταγγελιών, που θα του κοινοποιούνται από τα Μέλη της Οργάνωσης.
2. Γνωστοποιώντας στα Μέλη της Οργάνωσης την καταχώριση της δεύτερης επικύρωσης που θα του έχει κοινοποιηθεί, ο Γενικός Διευθυντής, θα πρέπει να επιστήσει την προσοχή των Μελών της Οργάνωσης στην ημερομηνία, από την οποία αυτή η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει.
Άρθρο 11
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα κοινοποιεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, για καταχώριση, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, πλήρεις πληροφορίες για κάθε επικύρωση και πράξη καταγγελίας, που θα έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων.
Άρθρο 12
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, όποτε το κρίνει αναγκαίο, θα υποβάλλει στη Γενική Συνδιάσκεψη έκθεση πάνω στην εφαρμογή αυτής της σύμβασης και θα εξετάσει αν συντρέχει λόγος να εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη της Συνδιάσκεψης το θέμα της ολικής ή μερικής αναθεώρησής της.
Άρθρο 13
1. Σε περίπτωση που η Συνδιάσκεψη ψηφίσει μία νέα σύμβαση, που αναθεωρεί ολικά ή μερικά αυτήν τη σύμβαση και εφ' όσον η νέα σύμβαση δεν ορίσει διαφορετικά, τότε
α) η επικύρωση από ένα Μέλος της νέας αναθεωρητικής σύμβασης θα επιφέρει αυτοδίκαια, παρά τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου 9, την άμεση καταγγελία αυτής της σύμβασης με την επιφύλαξη ότι η νέα αναθεωρημένη σύμβαση θα έχει αρχίσει να ισχύει,
β) από την ημερομηνία που θα αρχίσει να ισχύει η νέα αναθεωρημένη σύμβαση, η παρούσα σύμβαση θα πάψει να είναι ανοικτή για επικύρωση από τα Μέλη.
2. Εν πάση περιπτώσει αυτή η Σύμβαση θα παραμείνει σε ισχύ με τη μορφή και το περιεχόμενο που έχει για τα Μέλη εκείνα που θα την έχουν επικυρώσει, αλλά δε θα έχουν επικυρώσει την αναθεωρημένη της σύμβαση.
Άρθρο 14
Το γαλλικό και αγγλικό κείμενο αυτής της σύμβασης είναι εξίσου αυθεντικά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Αρχή




Άρθρο 19: Συμπλήρωση διατάξεων του ν. 1568/1985 "Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων"
1. Συνιστώνται σε κάθε νομό ή πόλη, με βάση τις περιφερειακές Υπηρεσίες Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας, μικτές επιτροπές ελέγχου των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, για τις οικοδομές και τα εργοταξιακά έργα. Επίσης συνιστώνται τέτοιες επιτροπές και στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιά-Δραπετσώνας-Κερατσινίου-Περάματος-Σαλαμίνας.
Οι επιτροπές αυτές καλύπτουν τοπικά ομοειδείς επιχειρήσεις που, λόγω αριθμού εργαζομένων, δεν εμπίπτουν ούτε εν μέρει στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α' του ν. 1568/1985.
2. Η σύνθεση των μικτών επιτροπών ελέγχου, υπό τον επιθεωρητή εργασίας, περιλαμβάνει εκπροσώπους των εργαζομένων και έναν εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, όπως και μέλος υποδεικνυόμενο από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, εφ' όσον πρόκειται για τις επιτροπές ελέγχου ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης Πειραιά-Δραπετσώνα-Κερατσινίου-Περάματος-Σαλαμίνας.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας μπορεί να καθορίζεται ειδικότερα το έργο των επιτροπών, η θητεία των μελών τους, ο τρόπος υπόδειξης των εκπροσώπων των εργαζομένων, η περιοδικότητα των ελέγχων και κάθε άλλη, για τη λειτουργία τους, λεπτομέρεια.
4. Η συγκρότηση των μικτών επιτροπών γίνεται με αποφάσεις του οικείου νομάρχη, όπου οι τοπικές ανάγκες το απαιτούν, ο οποίος μπορεί να αναθέτει στην ίδια επιτροπή και αρμοδιότητα σε περιοχή άλλης ή άλλων Επιθεωρήσεων Εργασίας του ίδιου νομού.
5. Ο έλεγχος εφαρμογής της νομοθεσίας, η επιβολή διοικητικών κυρώσεων, καθώς και η υποβολή μηνύσεων για παράβαση των διατάξεων για υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων γίνεται μόνο από τον επιθεωρητή εργασίας.
(Η παράγρ. 6 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 91 του Ν. 2084/92)
6. α) Η επιτροπή εκτελεί το έργο της εντός των εργασίμων ωρών των δημοσίων υπηρεσιών.
β) Για κάθε ώρα απασχόλησης των εκπροσώπων των εργαζομένων και Τεχνικού Επιμελητηρίου ορίζεται ιδιαίτερη αμοιβή με κανονιστική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας.
γ) Η αμοιβή αυτή καταβάλλεται και για τις συνεδριάσεις που έχουν ήδη γίνει από την έναρξη ισχύος αυτού.
δ) Οι αμοιβές των μελών των επιτροπών εμπίπτουν στους σκοπούς του άρθρου 14 παρ. 4 του ν. 3755/1955 και βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Οργανισμού Εργατικής Εστίας. Ο τρόπος καταβολής των αμοιβών ρυθμίζεται με την απόφαση της περίπτωσης. β' της παραγράφου αυτής. Η διάρκεια των ωρών απασχόλησης για κάθε συνεδρίαση πιστοποιείται από το νομάρχη ύστερα από εισήγηση του προέδρου επιθεωρητή εργασίας).
7. Κυρώνονται από τότε που εκδόθηκαν οι κατωτέρω υπουργικές αποφάσεις:
α) Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας αριθ. 131325/7.8.1987 "Σύσταση μικτών επιτροπών ελέγχου σε οικοδομές και εργοταξιακά έργα" (ΦΕΚ
β) Η κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Εμπορικής Ναυτιλίαςαριθ. 131782/26.10.1987
8. Η περίπτωση α της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177/Α/18.10.1985) "Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων", αντικαθίσταται ως εξής:
α. Ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας ως πρόεδρος με αναπληρωτή τον ειδικό γραμματέα του τομέα συνθηκών εργασίας υγιεινής και ασφάλειας εργαζομένων ή ανώτερο υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας, προϊστάμενο διευθύνσεως, που ορίζεται με την υπουργική απόφαση διορισμού των μελών".
9. Η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του ν. 1568/1985 "Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων" αντικαθίσταται ως ακολούθως:
2. Η πράξη επιβολής προστίμου της παρ. 1 του άρθρου 33 κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη, ο οποίος καταβάλλει το πρόστιμο που επιβλήθηκε με κατάθεση του ποσού στο λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Ο παραβάτης μπορεί μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την κοινοποίηση να προσφύγει στα τακτικά δικαστήρια, κοινοποιώντας ο προσφεύγων, επί ποινή απαραδέκτου, το δικόγραφο μέσα σε 10 ημέρες από την κατάθεσή του, στον επιθεωρητή εργασίας που επέβαλε το πρόστιμο.
Μετά την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση και κοινοποίηση της προσφυγής τα σχετικά έγγραφα διαβιβάζονται στο δημόσιο ταμείο της έδρας της επιχείρησης, το ποσό του προστίμου βεβαιώνεται σαν δημόσιο έσοδο, με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου και αποδίδεται κατά μήνα υπέρ του λογαριασμού του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ) του Υπουργείου Εργασίας.
Αν ασκηθεί δικαστική προσφυγή κατά της απόφασης επιβολής προστίμου, αναστέλλεται η βεβαίωση του προστίμου στο δημόσιο ταμείο μέχρι την κοινοποίηση της οριστικής απόφασης επί της προσφυγής, η οποία πλέον συνιστά και τον τίτλο βεβαιώσεως του δημόσιου ταμείου. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
Αρχή




Άρθρο 20: Κύρωση απόφασης
Κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 53820/17.12.1987 "Παράταση προθεσμίας υποβολής δικαιολογητικών του π.δ. 901/76", που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 724/Β/22.12.1987 και της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του π.δ. 1156/1977 "περι Οργανισμού του Υπουργείου Εργασίας".
2. Τις διατάξεις του ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα".
3. Τις διατάξεις του π.δ. 901/1976 "περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του π.δ. 189/1975 και περι οικονομικής ενισχύσεως των επί τη βάσει του νόμου 89/1975 ανασυσταθέντων Εργατοϋπαλληλικών Επαγγελματικών Σωματείων και Ενώσεων.
4. Το άρθρο 27 του ν. 1264/1982 "Για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος".
Αποφασίζουμε:
Παρατείνουμε τις προθεσμίες υποβολής αίτησης και δικαιολογητικών για οικονομική ενίσχυση των συνδικαλιστικών οργανώσεων έτους 1987, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 1, περίπτωση 8 του άρθρου 1 του π.δ. 901/1976, από τη λήξη τους μέχρι 31 Ιανουαρίου 1988.
Η παραπάνω απόφαση που θα κυρωθεί με νόμο να κοινοποιηθεί και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Ο Υπουργός
Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ"
Αρχή




Άρθρο 22
Η ισχύς του νόμου αρχίζει από την ημέρα της δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλνομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 4 Απριλίου 1988
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΒΟΛΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΑΓΑΜ. ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 5 Απριλίου 1988
Ο ΕΠΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Αρχή